Πέμπτη 1 Δεκεμβρίου 2011

Η ΚΟΡΙΝΘΙΑ ΤΟΝ 20ο ΑΙΩΝΑ (1901-1908)


   ΤΙΘΕΤΑΙ  ΣΕ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ

Το νέο δίτομο ιστορικό έργο του Ματθαίου Χ. Ανδρεάδη με τίτλο :

Η ΚΟΡΙΝΘΙΑ ΤΟΝ 20 ΑΙΩΝΑ(1901-1908)

                                ***
                    ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΩΤΟΥ΄ΤΟΜΟΥ

EIΣΑΓΩΓΗ                                                                Σελ. 7-10

                     ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

Η Κορινθία πληθυσμιακά, νομαρχιακά, δημαρχιακά   Σελ. 11-75

Α.-Πληθυσμιακά Κορινθίας-Γενικά-α.-Κατά δήμους το 1901-1.-Κορινθίων 2.-Ευρωστίνης 3.-Κλεωνών 4-Νεμέας 5-Πελλήνης 6-Περαχώρας 7-Σικυώνος 8-Σολυγείας 9-Στυμφαλίας 10-Τρικκάλων 11-Φενεού β.-Κατά δήμους το 1908 1.-Κορινθίων 2.-Ευρωστίνης 3.-Κλεωνών 4-Νεμέας 5-Πελλήνης 6-Περαχώρας 7-Σικυώνος 8-Σολυγείας 9-Στυμφαλίας 10- Τρικκάλων 11-Φενεού Β.-Νομαρχιακά-Γενικά-Η Κορινθία νομαρχία-Απόπειρα για κατάργηση Νομαρχίας Κορινθίας Γ.-Δημαρχιακά Κορινθίας-Γενικά-Η κατάντια των δήμων-Δημοτικά έσοδα και άλλα 1.-Δημαρχιακά Κορίνθου-Φιλοδοξίες και δραστηριότητα δημάρχου Κορίνθου Γ.Βλάσση-Ξένος για τις δημοτικές εκλογές Κορίνθου το 1903-Υποψήφιοι δήμαρχοι Κορίνθου στις εκλογές του 1903-Δήμαρχος Κορίνθου ο Ανδρέας Γαρδασάκος το 1903-Δήμαρχος Κορίνθου ο Αναστ. Αναγνωστόπουλος το 1907-Βεσπασιανές, φιλαρμονική και οικοδόμηση 2-Δημαρχιακά των άλλων δήμων Κορινθίας.

                            ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ

Βουλευτικά της περιόδου 1901-1908                             Σελ.    77-127

Βουλευτές το 1901-Ο Γ.Θεοτόκης το 1902 στην Κόρινθο-Βουλευτικές εκλογές του 1902-Υποψήφιοι βουλευτές και παράγοντες.-Ο Θεοδ. Δηλιγιάννης το 1902 στην Κόρινθο-Οι επιτυχόντες-Βουλευτικές εκλογές του 1905-Οι υποψήφιοι-Δημ. Δεληγιάννης, εικόνες, έκτροπα, εξαγορές ψήφων και άλλα-Μνημόσυνα Θ.Δηλιγιάννη-Βουλευτικές εκλογές του 1906:Υποψήφιοι. Οι συνθήκες των εκλογών. Πολιτικοί ρήτορες-Τα καφενεία σε εποχές πολιτικές-Οι πολιτευόμενοι στα καφενεία και οι αντιδράσεις-Πολιτικά του 1908: Βουλευτές της Κορινθίας μονομαχούν. Μονομαχία Σπ. Δεληγιάννη-Γ. Βάσσου. Μικροπολιτικοί οι λόγοι της μονομαχίας- Βουλευτικά σε άλλους δήμους-Προς το τέλος της εποχής.

                              ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ

   Οι «φευγάτοι», οι αδικίες, οι παρανομίες                 Σελ.     129-170

Γενικά-α.-Οι «φευγάτοι» της ζωής-β.-Διώξεις:-αα-Κατά παρανόμων υπαλλήλλων και οργάνων του κράτους- ββ.-Κατ’άλλων

                           ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ

                                 ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
                   (Αγροτικά, επιχειρήσεις, φόροι)                Σελ.   171-236

Αγροτικά-Η άρδευση Βόχας τον 20ο αιώνα-Απ΄τή Στυμφαλία- Ο πόλεμος για το νερό και οι αγροφύλακες-Ασθένειες, καταστροφές, φάρμακα και λιτανείες-Λιπάσματα-Η παραγωγή κατά δήμους-Δάση κατά δήμους-Κηπουρική και κυπαρίσια-Η Εθνική Τράπεζα στην Κόρινθο και φορολογία κατά δήμους-Σύλληψη φοροεισπρακτόρων-Βιομηχανίες και άλλα-Συνέντευξη Σταματ.Τρίπου κ.ά-Εργασιακά, απεργιακά-Απασχολούμενοι Κορίνθιοι το 1908-Μεταλλικά νερά και μεταλλεία-Λιμενικός φόρος-Λαθρεμπορικά-Τελωνειακά.

                       ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ

                Το σταφιδικό και οι Κορίνθιοι                  Σελ.   237-285

Σταφιδική κρίση, παρακράτημα και σταφιδική Τράπεζα-Η ίδρυση της Σταφιδικής Τράπεζας- Κορινθιακά συλλαλητήρια και αναφορές-Το Μονοπώλιο της σταφίδας και οι ξένοι κεφαλαιούχοι-Κορίνθιοι, σταφιδο κτήμονες και αντιδράσεις-Η Βουλή και ο Τύπος-Η εξέγερση του λαού-Παρά λίγο μονομαχίες-Πάλι η συνωμοτική αντίληψη-Προς ματαίωση του Μονοπωλίου-Οι σταφιδοπαραγωγοί με τον Δημ. Ιω.Δεληγιάννη-Με- ταβατική κατάσταση μέχρι τη ματαίωση του Μονοπωλίου-Αποκαλύψεις στη Βουλή- Απ΄τή Σταφιδική στην Ενιαία.

                           ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ

Προσφυγιά ομογενών-Μετανάστευση Κορινθίων και άλλα        Σελ. 287-350

Γενικά. Α - Πρόσφυγες στην Κόρινθο: α.-Απ΄τήν Κρήτη β.-Απ΄τήν Ανατολική Ρωμυλία και αλλού Β- Μετανάστες Κορίνθιοι στις ΗΠΑ: α.-Αίτια της μετανάστευσης- Απ΄ τα καπηλειά στο Οδυσσειακό ταξίδι. β.-Η ακούσια επιστροφή και το μεταναστευτικό στη Βουλή. γ.-Η ζωή στην Αμερική. δ.-Η χορηγία των πριγκίπων, η μετανάστευση και οι Κορίνθιοι ε.-Η εκούσια επιστροφή, τα εμβάσματα και οι λαθροχειρίες Γ .-Εσωτερικοί μετανάστες.

                     ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΒΔΟΜΟ

            Ιατρικά-Φαρμακευτικά και άλλα                         Σελ.   351-394

Γενικά-Οι αρρώστειες στη λαϊκή αντίληψη-Οι «τρεις αδελφές» και άλλες ασθένειες-Ιάματα και εμπειρικοί-Κορίνθιοι γιατροί και άλλα-Ο «αδελφός» Σπύρος Οικονόμου-Στο στρατό και στις φυλακές Κορίνθου-Τα λυσσασμένα, ο μπόγιας και οι λυσσόδηκτοι-Η φόλα-Το λυσσιατρείο-Οι φαρμακοποιοί.

Επίλογος α΄τόμου                                                            Σελ.       395-397
Περιεχόμενα                                                                     Σελ.      399-402

                                             ***

              ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΔΕΥΤΕΡΟΥ ΤΟΜΟΥ

EIΣΑΓΩΓΗ                                                               Σελ   409-410
                   
                    ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΟΓΔΟΟ

               Η εκπαίδευση στην Κορινθία                    Σελ.  411-472

Οι δημοδιδάσκαλοι-Προκαταβολή μισθών-Σχολεία θηλέων-Διδασκαλεία και ειδικά Ταμεία-Υποδιδασκαλεία (Γραμματεία)-Ιερείς δάσκαλοι-Σχολικά μαθήματα-Τα βιβλία-Μαθητές και γιορτές-Σχολικοί και εξωσχολικοί αγώνες-Στρατιωτική εκπαίδευση των μαθητών-Το γυμναστήριο Κορίνθου-Γυμναστήριο Ξυλοκάστρου-Επιθεωρητές σχολείων-Δημοδιδάσκαλοι-Σχολαρχεία Κορινθίας κ.ά-Διδασκαλεία στην Κόρινθο-Εκδηλώσεις δασκάλων-Το Γυμνάσιο Κορίνθου-Στατιστικά παιδείας-Γενικά Κορινθίας-Ειδικώτερα κατά δήμους-Αίτια και αποτελέσματα-Ο χαρακτήρας των Ελλήνων.

                                  ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΑΤΟ

Ειρηνοδικεία Κορινθίας-Πρωτοδικείο Κορίνθου κ.ά       Σελ.  473-543

Μερικά για τα Ειρηνοδικεία Κορινθίας-Ταραχές για το Πρωτοδικείο στην Κόρινθο-Ο Τύπος για τα γεγονότα-Η αναφορά της αστυνομίας-Η Βουλή για τις ταραχές-Η αντίδραση των Κορινθίων-Τα ληφθέντα μέτρα και ο λαός της Κορίνθου-Ο Μιχ. Κορδογιαννόπουλος προσπαθεί να τιθασσεύσει τους Κορίνθιους-Ανατίναξη της γέφυρας του Περιγιαλίου-Ο Τίμος Μωραϊτίνης για τα γεγονότα-Τύπος απελπισμένος.-Οι γυναίκες απ’ τα «Τσακώνικα»-Στην αγορά της Κορίνθου-Οι νέες εκρήξεις-Οι κρατούμενοι, ο Παναγ.Γιούρος και άλλα-Περιοδεύοντα Πρωτοδικεία και αντιδράσεις των Κορινθίων-Ο Τύπος για τον Θεόδ. Δηλιγιάννη-Ο Σωτ. Κροκιδάς και ο Θ. Δηλιγιάννης για τα μέτρα-Οι λόγοι όχι μόνο οικονομικοί-Πιέσεις και διώξεις-Η κάθαρση και τα διδασκάλια-Ο Γιαμαρέλλος, ο Τζήτζος και οι Κορίνθιοι-Οι συνέπειες των εξεγέρσεων και το καφενείο-Ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου.-Δικηγόροι Κορίνθου, δικαστικό μέγαρο, κ.λπ.
                            ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ

                           Στρατεύσιμοι και άλλα                               Σελ.   545-571

Στρατιωτικές ασκήσεις στη Βόχα-Το 1ο ευζωνικό τάγμα Κορίνθου-Κινήσεις στο στράτευμα, αγανάκτηση στο λαό-Ο Ζαχαρ.Παπαντωνίου-Μνημόσυνα πεσόντων στον Μακεδονικό αγώνα-Ο Ζαχαρίας Φούφας, οι Κορίνθιοι φίλοι του και άλλα-Στρατιωτικός ζητεί από δικαστή μονομαχία

                             ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΔΕΚΑΤΟ

Ταχυδρομικά-Οδικά και σιδηροδρομικά-Θαλάσσια συγκοινωνία- Λιμάνια Κορινθίας-Αμαξηλάτες                                                    Σελ. 573-603

                            ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΩΔΕΚΑΤΟ

                             Εκκλησιαστικά και άλλα                               Σελ. 605-653

Ο Βαρθολομαίος Γεωργιάδης-Τα Ευαγγελικά στην Κόρινθο –Ο Γ.Λαμπάκης-Ενορίες, ναοί, επίτροποι-Ο παπάς στου Στομίου-Άλλα εκκλησιαστικά Κορινθίας-Χειροτονίες και άλλα-Εκκλησιαστικά, ιεροψάλτες και λοιπά-Ψαλτική, χορωδιακή ή όχι-Διοικητικά των εκκλησιών και άλλα-Εκλογή επιτρόπων-Εκκλησιαστικά της Κορινθίας: Κλεωνών, Νεμέας, Σικυωνίας, Ξυλοκάστρου και Φενεού-Δικαστικοεκκλησιαστικά το 1908-Τα 50 χρόνια του Βαρθολομαίου και η διαμάχη του με Κορίνθιους για μνημείο του Σωκράτους Κολιάτσου.

                        ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΤΡΙΤΟ

                      Αρχαιότητες-Σωματεία και άλλα                         Σελ. 655-685

α) Αρχαιότητες-Νέες ανακαλύψεις και άλλα-Αρχαιολογικά-Ταξιδιωτικά-Συνέδριο των αρχαιολόγων β) Σωματεία γ)Γυμναστήριο-Αδελφότητα-Σύλλογος «ωκυπόδων»-Μία άποψη της Παλαιάς Κορίνθου.

                        ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΤΕΤΑΡΤΟ
                         Πανηγύρια και διασκεδάσεις                        Σελ. 687-724

1.-Πανηγύρια και διασκεδάσεις στην Κόρινθο-Διασκέδαση Κορινθίων, δημόσια, δημοτική και ιδιωτική α) Δημόσια διασκέδαση-Καφεσαντάν και άλλα-Το θέατρο και η σαρακοστή β) Δημοτική διασκέδαση αα.-Στις πλατείες-Το φθινόπωρο και η φιλαρμονική ββ.-Στους δρόμους-Μουσικοί συνθέτες γγ.-Στο ύπαιθρο και σε εκδρομές γ) Ιδιωτική διασκέδαση 2.-Πανηγύρια και διασκεδάσεις στην Κορινθία.

                       ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΠΕΜΠΤΟ

                               Κορινθία και ξένοι                                   Σελ.   725-783

Η Κόρινθος στις αρχές του 20ου αιώνα-Ταξιδιώτες για την Κόρινθο και την περιοχή της-Γ. Κλεμανσώ, Ρουμάνοι και Ρώσοι φοιτητές στην Κόρινθο-Οι Κορίνθιοι, οι Ιάπωνες και οι Ιταλοί-Περιηγητικά Κορίνθου-Η γηραιά κυρία και οι «φευγάτοι» του υπερπέραν-Ταξιδιωτικά και Ιταλοί ποδηλάτες-Η Κόρινθος, το Δερβένι, το Λουτράκι, το Κιάτο, η Νεμέα, το Ξυλόκαστρο-Ο Πευκιάς-Επίλογος.

Παράρτημα                                                                               Σελ 785-802

Τρίτη 1 Φεβρουαρίου 2011

Τετάρτη 26 Ιανουαρίου 2011

ΜΕΘ-ΕΛΛΗΝΙΚΑ-2011

Κυριακή 23 Ιανουαρίου 2011

Τέλος πολιτείας-΄Αρα τέλος και Ελληνισμού;

Ότι οι Έλληνες ως έθνος διαχρονικά, ήσαν συγκροτημένοι και σε πολιτεία, αλλ’όχι όμως πάντα, είναι ιστορικά βεβαιωμένο. Όπως επίσης ότι το κράτος-πολιτεία τους, στους αιώνες αρκετές φορές, καταργήθηκε και οι ίδιοι παρέμειναν σε υποτέλεια. Η τοπική τους ωστόσο αυτοδιοίκηση, απ’τούς Ομηρικούς χρόνους, συνεχώς έκτοτε μέχρι και την Οθωμανική κυριαρχία ως τη νεώτερη εποχή, δεν καταργήθηκε. Καθ’όλο αυτό το χρονικό διάστημα, οι Έλληνες τηρώντας τον εθνισμό τους, με βάση τη γλώσσα και τη θρησκεία τους, διατήρησαν την κοινοτική τους αυτοτέλεια μέχρι το 1833.
                                            ***
Για αιώνες, μόνιμα κατοικώντας στο φυσικό τους χώρο, όπου το γαλάζιο, οι ακρογιαλιές και τα νησιά, η θάλασσα γενικά, το φως, οι κορυφές των βουνών-ο Όλυμπος, η Ακρόπολη όπου ο Παρθενών, το Άγιον Όρος κ.λπ,-με τα καθημερινά και ιερά τους ακούσματα, τα τραγούδια, τα νανουρίσματα, τα κλασικά τους πλαστουργήματα, τα εικονίσματα, τα βιβλία, τα υπαίθρια θέατρά τους κ.ά, εκ των πραγμάτων κατ’ έ θ ο ς δημιούργησαν συνήθειες-παραδόσεις, που ουσιαστικά, είναι η ιδιάζουσα σχέση των ανθρώπων ανάμεσα στα έμψυχα και άψυχα του χώρου τους. Η σχέση αυτή συνιστά ή θ ο ς, το οποίο ετυμολογικά σημαίνει κατοικία, τόπο διαμονής, ενδιαίτημα. Και η γλώσσα τους αποτελεί «τον κώδικα σημείων, τα οποία αφηγούνται τον δεσμό τους με τον τόπο τους». Αυτόν τον δεσμό ανακαλεί, κατά τον Οδυσσέα Ελύτη, ο Έλληνας ποιητής σήμερα, «όταν λέει ο "ουρανός", η "θάλασσα, ο "ήλιος", η "σελήνη", ο "άνεμος", όπως το έλεγαν η Σαπφώ και ο Αρχιλόχος.(Και) αυτό δεν είναι μικρό πράγμα. Είναι πολύ σπουδαίο.(Γιατί έτσι) επικοινωνούμε κάθε στιγμή, μιλώντας με τις ρίζες μας».
                                        ***
Ότι δεν εχάθηκε ο Ελληνισμός και όταν η πολιτεία των Ελλήνων στους αιώνες παρήκμασε ή διαλύθηκε από ξένους εισβολείς, υποστηρίζεται και απ΄τή σύγχρονη διεθνή συνταγ ματική και πολιτειολογική θεωρία, ότι δηλαδή ένα έθνος μπορεί ν΄ αντιπροσωπεύει είτε ένα ενωμένο κράτος (πολιτεία) που αφανίστηκε ή να συμπίπτει με ένα ενωμένο κράτος που ακόμη υπάρχει, είτε να φιλοδοξεί ή να τείνει να ιδρύσει μελλοντικά ένα ενωμένο κράτος. Και οι τρεις περιπτώσεις λαών ως έθνη, ίσχυσαν και ισχύουν μέχρι και σήμερα (ιδιαίτερα στη Βαλκανική αλλά και αλλού) στην παγκόσμια ιστορία.
Οι Έλληνες που απ’τή ρωμαιοκρατία μέχρι το 1832, βρέθηκαν κάτω απ΄τήν πρώτη και τρίτη περίπτωση, μπορεί ν΄απέβαλαν δια της βίας τη δυνατότητά τους να συγκροτούν πολιτεία, ωστόσο παρέμειναν έθνος. Υπό την κυριαρχία των ρωμαίων και των οθω μανών τούρκων, το έθνος των Ελλήνων, «μονήρες και ανάδελφο», όπως έγραφε το 1978 ο Διον.Ζακυθηνός, «διεσπασμένο στο χώρο (…), καταπονημένο απ΄ τις εμφύλιες έριδες και τους πολιτικούς διχασμούς» ανέλαβε τη μακρά και αβέβαιη πορεία του.
                                         ***
Το νέο όμως κράτος του 1832, σύμφωνα με τον «Θουκυδίδη του 20ου αιώνα», δηλαδή τον Άγγλο ιστορικό Άρνολντ Τοϋνμπη, «δεν είχε αληθινά προηγούμενα στα προγενέστερα στάδια της ελληνικής ιστορίας. Ούτε είχε καθόλου ρίζες στη νεοελληνική ζωή».
Ήδη δε σήμερα (2011) υποστηρίζεται από ορισμένους ότι το 1832 υπήρξε η τελευταία χρονολογία ενάρξεως της καταρρεύ σεως του Ελληνισμού, ότι δηλαδή οι σημερινοί Έλληνες έκτοτε «έπαψαν να είναι Έλληνες χωρίς να είναι και Ευρωπαίοι» (Χρ. Γιανναράς).Η απόφανση αυτή είναι συγκλονιστική. Και δεν γίνεται εύκολα αποδεκτή από πολλούς Έλληνες.
Άλλωστε, όπως είναι παρατηρημένο, ποτέ δεν άρεσε «ο αντιπα θητικός, στριγγόφωνος ρόλος της Κασσάνδρας», τον οποίο υπο- δύθηκαν και ακόμα σήμερα εξακολουθουν να υποδύονται ορισμένοι ιστορικοί και άλλοι αναλαμβάνοντας ρόλο προφήτη, τρέχοντας στους δρόμους και φωνάζοντας «ετοιμαστείτε, ετοι μαστείτε, έφτασε η ημέρα της Κρίσεως!». Ωστόσο, η κατάληξη σήμερα (2011) της μεταπολιτευτικής του 1974 πορείας της χώρας, έχει προκαλέσει καίριο το φοβερό ερώτημα: Η Ελλάδα σήμερα, έχασε πλέον το κάρμα της, βρίσκεται δηλαδή στο τέλος της εθνικής και πολιτειακής της υπάρξεως;
Και είναι κάρμα η επίδραση την οποία έχει από κεκτημένη ταχύτητα η πράξη του παρελθόντος στην πράξη του παρόντος, ενώ στην τεχνική του σημασία είναι ένα ενεργητικό ή παθητικό, περιουσιακό στοιχείο, ποτέ σταθερό, αλλά ένας τρέχων λογαριασμός, στον οποίο προστίθενται τακτικά, πιστώσεις και χρέη. Κάτι μεταβαλλόμενο προς το καλύτερο ή προς το χειρότερο. Και ισχύει για όλους τους λαούς και θα συνεχίζει να υπάρχει όσο διάστημα θα επιζή το ανθρώπινο γένος. Ενεργεί δε το ιδιότυπο αυτό στοιχείο στην ιστορία, και όταν ένας λαός ή ένα πρόσωπο δεν έχει μνήμη των δικών του πράξεων ή των πράξεων των προγόνων του.
Το παρελθόν με την έννοια του ιδιότυπου αυτού στοιχείου έχει επίδραση στη ζωή κάθε γενηάς. Και το κάρμα θα μπορούσε να παρακινήσει τη γενηά αυτή να προσπαθήσει να το τροποποιήσει με επιπρόσθετες πράξεις σε κατευθύνσεις, που αυτή επιλέγει. Αυτό θα πει διδάσκομαι απ΄ τα λάθη μου, κι΄είναι αυτό επιστημονικός όρος, η δε συνειδητοποίηση του λάθους ενδέχεται να κάνει την κάθε γενηά να νοιώσει, ότι μπορεί να το μεταβάλλει προς το καλύτερο ή πιθανόν να το εξιδανικεύει και επομένως να νοιώθει πως κάθε προσπάθεια να το αλλάξει αποτελεί ιεροσυλία.
Και οι σύγχρονοι Έλληνες (που όπως και οι Κινέζοι μαζί με τους Εβραίους έχουν τις πιο μακροχρόνιες μνήμες απ’τό παρελθόν τους) ήσαν πάντοτε ανοιχτοί στους λογαριασμούς του ιστορικού και πολιτιστικού τους κάρμα, λέει ο Αρν.Τόϋνμπη. Ήσαν αυτοί που έκτοτε δημιουργούσαν Ποιητές και επιτελούσαν ηρωϊσμούς. Και το κάρμα τους ήταν αυτό που προκάλεσε στην πρόσφατη ιστορία 1940-1941 κατά των ξένων εισβολέων πράξεις, «τόσο υψηλές όσο τα κατορθώματα των προγόνων τους στον Μαραθώνα και στις Θερμοπύλες» (απ΄τό τελευταίο του έργο: «Οι Έλληνες και οι κληρονομιές τους», έκδ.1981 σελ.13).
Όμως, η σημερινή στάση των Ελλήνων απέναντι στο κάρμα τους μπορεί να καθορίσει αμετάκλητα πλέον την τύχη όχι μόνο της πολιτειακής τους συγκρότησης στην Ευρωπαϊκή και ευρύτερη ακόμα πολιτειακή ενότητα των λαών αλλά και της εθνότητάς τους και τούτο, όπως επισημαίνεται, εξαιτίας του συβαριτισμού τους, τον οποίο ακολούθησαν απ΄τή μεταπολίτευση ως τα σήμερα και που τώρα στον πανικό τους αισθάνονται ότι χάνουν πλεον ορι στικά…
                                     ***
Ο ποιητής, που έχει «οξύτερον βλέμμα», κατά τον Αρι στοτέλη, γιατί λέει όσα θα μπορούσαν να γίνουν-«οία αν γένοιτο»- πάντα υπήρξε ένα είδος προφήτη γι΄αυτό και «φιλο σοφώτερον και σπουδαιότερον Ποίησις της Ιστορίας»-Ποιητική,1451b.
Ο νεωτερικός μας ποιητής Κ.Καβάφης, άκουγε και αυτός «την μυστική βοή των πλησιαζόντων γεγονότων, ενώ έξω εις την οδόν ουδέν ήκουον οι πολλοί».
Όλ΄ αυτά, βοώντα εν πολλοίς σε ώτα μη ακουόντων, σήμερα φαίνεται ότι εγγίζουν το όριο του ιστορικού και πολιτιστικού των Ελλήνων Κάρμα, το οποίο μάλλον για τελευταία φορά, θα λειτουργήσει παθητικά στον τόπο μας με αποτέλεσμα την αμετάκλητη πλέον μεταβολή της πορείας του Ελληνισμού…
Και δεν είναι καθολου βέβαιο κατά πόσο η ρήση του σύγχρονου ποιητή που προβλέπει πως ο άνθρωπος «θα περάσει απ  το άτομο για να μπορέσει να το υπερβεί» (Οδ.Ελύτης) ισχύει και συλλογικά, ότι δηλαδή ο Ελληνισμος θα χάσει τώρα τον εαυτό του για τον τον βρει αργότερα, ενεργοποιώντας πάλι θετικά το κάρμα του, μέσα στις συγκροτούμενες ήδη ευρύτερες ενότητες λαών και πολιτισμών, όπως η Ε.Ε και ακόμη μεγαλύτερες ή θα παραμείνει μία πολυπολιτισμική και πολυπληθυσμιακή επαρχία του όποιου στενού ή ευρύτερου χώρου του κόσμου.
Ματθαίος Χ.Ανδρεάδης,πρόεδρος της Εταιρείας Κορινθίων Συγγραφέων.
Αρχαία Kόρινθος,τηλ. 27410/26055-e-mail: mandreadis@in.gr





Σάββατο 26 Ιουνίου 2010

Η Ευρώπη και η «καθ΄ημας Ανατολή»
Του Ματθαίου Χ.Ανδρεάδη
Oι σχέσεις των δυτικών και ανατολικών λαών με την «καθ’ημάς Ανατολή», ακολούθησαν την εξής διαδρομή:
α)Προχριστιανικά η επίσημη θρησκεία των Ελληνίδων πόλεων, θεωρούμενη ως η Αχίλλεια πτέρνα τους, απορρίφθηκε από γειτονικούς και απομακρυσμένους λαούς, παρά το ότι η Ελληνική Παιδεία και γλώσσα ειχαν διαδοθεί μέχρι τις Ηράκλειες στήλες της Μεσογείου και ως τις ακτές της μαύρης θάλασσας, πέρα και απ’το Αφγανιστάν ακόμη.
Ο Ελληνικός πολιτισμός δεν βοήθησε στον εξελληνισμό των κατοίκων που ζούσαν στην ενδοχώρα της Ανατολής(και όχι μόνο).
Οι σχετικές αντιδράσεις των περισσοτέρων μη Ελλήνων, προς την επίσημη Ελληνική θρησκεία ήταν είτε αδιαφορία, είτε περιφρόνηση,είτε ενεργητική εχθρότητα, άσχετα απ΄το γεγονός, ότι η λαϊκή θρησκεία των Ελλήνων αγροτών ήταν και είναι γνησιότερη και πολύ όμοια μ΄εκείνη των γεωργικών αυτών λαών.
Οι Ελληνικοί θεοί ήσαν αντίθετοι προς τις επίσημες θρησκείες αυτών των λαών, όπως ο Διόνυσος λόγου χάρη, που βακχεύει κ.ά.
β)Και μετά την υποδούλωσή του στους Ρωμαίους ο Ελληνισμός αλλά και την υποταγή του στον Χριστιανισμό, ενώ γνώρισε τη πιο μεγάλη του πολιτιστική εξάπλωση, στάθηκε ανίκανος να διατηρήσει την επιρροή του στο μεγαλύτερο μέρος των περιοχών που είχαν προστεθεί στην πολιτική επικράτηση απ΄τον ΜέγαΑλέξανδρο.Το ίδιο συνέβη και ύστερα όταν επεξετάθη (στην αρχή από μεταφρασμένο Αβερρόη) με λατινικό ένδυμα προς τη δύση μέχρι τη Βρεταννία και το Μαρόκο ενώ πρίν με βουδιστικό ένδυμα είχε φτάσει ανατολικά ίσαμε την Ιαπωνία.Διότι όλοι οι λαοί (απ΄την Αίγυπτο, ως την Αρμενία και τους ΄Αραβες) ζητούσαν ν΄απαλλαγούν απ΄τον ζυγό των Ελλήνων.
Στην επιθανάτια αγωνία του ο Ελληνισμός το μόνο που διετήρησε απ΄τις τεράστιες αυτές του κτήσεις ήταν η Σικελία και η Μικρά Ασία.
Στη Σικελία προς αντιμετώπιση των Νορμανδών είχαν εξαγοράσει τη ναυτική βοήθεια των Βενετών, οι οποίοι όμως το 1204 παρέσυραν τους Φράγκους σταυροφόρους να συνενωθούν μαζί τους για να κατακτήσουν την Κωνσταντινούπολη και να διαμελίσουν την Ανατολική Αυτοκρατορία.
Η θριαμβευτική αυτή επίθεση της Δύσεως,για τους Ελληνες δεν ήταν μόνο σκανδαλώδης αλλά κάτι παραπάνω, ακατανόητη.
Στη Μικρά Ασία και δη στην Εγγύς και Μέση Ανατολή η επίθεση μουσουλμάνων γειτόνων εναντίον των Ελλήνων προκάλεσε λιγώτερες δυσαρέσκειες, επειδή δεν επέφερε στους ΄Ελληνες τόσο μεγάλο συγκλονισμό.
(΄Εκτοτε το Βυζαντινό Στέμμα επανειλημμένα ανεγνώρισε την εκκλησιαστι κή υπεροχή του Πάπα, το 1274, το 1369 και το 1439. Πρώτη αντίδραση απ΄την αδελφή του Αυτοκράτορα Μιχαήλ Η΄που το 1275 ανεφώνησε: «Καλύτερα να καταστραφεί η αυτοκρατορία, παρά η καθαρότητα της Ορθόδοξης πίστεως»).
Στη μεταχριστιανική, πάντως, Ευρώπη των Παπών και των διαδόχων του Καρλομάγνου, όταν έφτασαν τα πολιτιστικά επιτεύγματα του αρχαίου Ελληνισμού, διαπιστώθηκε ότι τά μεγαλύτερα απ΄αυτά ειχαν φτάσει τόσο πολύ κοντά στο τέλειο, ώστε έγιναν εμπόδιο στην παραπέρα πρόοδο τους. Μετά τον Οράτιο της Ρώμης (Graecia capta ferum victorem cepit et artes intullit agresti Latio-B΄Επιστ.,1,στ.156-157) στη χριστιανική Ευρώπη, είδαν ότι δεν είχαν κανένα περιθώριο για επιπρόσθετες κατακτήσεις πολιτισμού.
Βρέθηκαν έτσι οι δυτικοί στην ανάγκη ή να εγκαταλείψουν το πεδίο αποδυόμενοι σ’ένα ενσυνείδητα δικό τους επαναστατικό νέο ξεκίνημα, είτε να περιπέσουν σ΄ένα μιμητικό αρχαϊσμό,λατρεύοντας δουλικά τα κληρονομημένα απ΄αυτούς αριστουργήματα,τα οποία και δεν μπορούσαν να συναγωνισθούν.
Με την πάροδο των χρόνων η χριστιανική δυτική κοσμοθεωρία τον αρχαιο ελληνισμό που είχε παραλάβει, τον επεξεργάσθηκε στα μέτρα της.Την αρχαία σκέψη οι δυτικοί τη θεώρησαν άξια μιμήσεως και την καλλιέργησαν αλλά μόνο χάριν της μορφής της και όχι του περιεχομένου της, το οποίο θεώρησαν πράγμα ξεχωριστό. ΄Ωσπου τον 17ο αιώνα νόμισαν πως όχι μόνο έφτασαν αλλά ξεπέρασαν τους αρχαίους ΄Ελληνες. Στη φαντασία τους, ο αρχαίος Ελληνισμός έφτασε να σημαίνει ο,τι αυτοί ζητούσαν ή ζούσαν τότε. Αυτή η εκδυτικισμένη θέαση του αρχαίου Ελληνικού κόσμου ως αναπόσπαστο τμήμα της νεώτερης δυτικής κοσμοθεωρίας, άρχισε να γοητεύει και τους νεώτερους ΄Ελληνες, που καμάρωναν οτι αντλούσαν από δυτικούς αλλά και διότι νόμισαν πως βρήκαν την εξιδανίκευση του προχριστιανικού τους ενδόξου παρελθόντος.
Δημοσιεύθηκε την 30η.7.2004
***
Απ΄το "Ίδιον" στην εξατομίκευση
Του Ματθαίου Χ.Ανδρεάδη
Στη Χριστιανική «Εσπερία» για αιώνες, τα όρια ανάμεσα στον εσωτερικό βίο και τη δημόσια δράση του ανθρώπου δεν ήσαν ξεκάθαρα. Ο πιστός (υπήκοος και όχι πολίτης, του οποίου η ιδιότητα στα αρχαιοελληνικά χρόνια υπήρξε προνόμιο του Δήμου, τον οποίο δεν ενδιέφερε το εσωτερικό της ιδιωτικής ζωής αλλά η εξωτερική όψη) ανυψωνόταν απ’το κοσμικό στο θρησκευτικό, ήτοι απ’το προσωπικό στο δημόσιο, μολονότι δύσκολα θα μπορούσε να εξισώσει κανείς το δημόσιο με το θρησκευτικό.
Μετά αγώνες, πολίτης πιά ο πιστός–υπήκοος, επεδίωξε ταυτόχρονα να φτάσει τον ιδιωτικό του βίο εκεί όπου έμοιαζε στην ολότητά του με ό,τι ο άνθρωπος υπήρξε στην αρχαιότητα.
Προχωρώντας, απορρόφησε στην ιδιωτική σφαίρα ζωής όλες τις ατομικές δραστηριότητες, γιατί αυτές και όχι η δημόσια σφαίρα είχαν γι’αυτόν σημασία.
Στους νεώτερους χρόνους ιδιαίτερα, οι ιδιωτικές αυτές δραστηριότητες, σήμαιναν για τον άνθρωπο αναγνώριση ενός χώρου, που «ίδιον» καλούμενος, αφορούσε στον εσωτερικό του βίο.
Ετσι, η res publica αναγκάσθηκε να σεβασθεί το πρόσωπο, που επιθυμεί να λειτουργεί στον συνεχώς ευρυνόμενο αυτόν χώρο, ως αυθύπαρκτο όν, με εσωτερική αυτοτέλεια, δηλαδή ως ιδιώτης εκτός-του-κόσμου, βιώνοντας το «ίδιον», και να δρά έκτοτε μέχρι σήμερα,ως υποκείμενο της Ιστορίας εντός-του-κόσμου, στα «κοινά».
Το «ίδιον» δε ως προσωπικό ζήτημα του ανθρώπου, η πολιτεία ήταν υποχρεωμένη να σέβεται πιά. Και αυτό που εμπόδιζε αυτήν να παραβιάζει την ιδιωτική ζωή των πολιτών της και να διατηρεί ιερά τα όρια κάθε ιδιωτικού χώρου, δεν ήταν μόνο ο σεβασμός για τον ατομικό χώρο-οίκο, αλλά και το γεγονός, οτι ο άνθρωπος χωρίς σπίτι, δέν μπορούσε να συμμετέχει στις υποθέσεις του κόσμου, διότι δεν θα είχε,μέσα σ'αύτόν, ένα, πραγματικά, δικό του χώρο.
(Ο ιδιωτικός χώρος, τό «οικείν» στά Γερμανικά, θα πεί και «υπάρχειν». Το ich bin -Είμαι- λέει ο Μάρτιν Χάΐντεγκερ σημαίνει είμαι δίπλα στα πράγματα που τα οικώ. Και «οικώ» σημαίνει είμαι κοντά στην πηγή-της προελεύσεώς μου-ενώ όταν είμαι μακρυά απ'την πηγή αυτή, είμαι αν-οίκειος, τουτέστιν αν-έστιος, μακρυά απ'την εστία μου).
Η ιερότητα, ούτως ειπείν, του ιδιωτικού χώρου (όπως εχει σημειωθεί)μοιάζει με την ιερότητα του απόκρυφου, αφου η οικιακή σφαίρα,που μένει κρυμμένη απ’τη δημόσια ζωή, στεγάζει πράγματα κρυμμένα και αδιαπέραστα από ξένη ματιά και γνώση.
Στην Ελληνική αρχαιότητα υπήρχε ένα είδος νεκρής ζώνης ανάμεσα στον ιδιωτικό και δημόσιο χώρο, ο δε Νόμος ταυτιζόταν με οριακή γραμμή. Ή σημασία του όρου «Νόμος» την εποχή εκείνη αντιστοιχούσε στο τείχος και αυτός ο εν είδει τείχους Νόμος, ήταν ιερός.Ή λέξη "νόμος», άλλωστε, προήλθε απ’το Νέμειν, που σημαίνει κατέχω (ένα ορισμένο χώρο) και κατοικώ (σ'αυτόν).Ό συνδυασμός Νόμου και φραγμού στη λέξη Νόμος είναι ολοφάνερος σ'ενα απόσπασμα του Ηράκλειτου:«Μάχεσθαι χρή τoν δήμον υπέρ του νόμου, όκωσπερ τείχεος».
Στους νεώτερους χρόνους, η έννοια του ιδιωτικού χώρου, δεν αποδίδεται σ’ενα αμετάβλητο και σταθερά εντοπισμένο μέρος του κόσμου,αλλ'αντίθετα επειδή πηγή του έχει τον άνθρωπο, η διαφορά δε μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου, έγκειται σ'ό,τι πρέπει να κρύβεται και σ'ό,τι πρέπει να δείχνεται.Ή νεώτερη εποχή ανεκάλυψε πόσο πλούσιο και πολύμορφο μπορούσε να είναι το βασίλειο του κρυμμένου υπο τις συνθήκες της εσωτερικότητος.Και είναι εκπληκτικό, οτι απ’την αρχή της Ιστορίας ως την εποχή μας, αυτό που χρειάσθηκε να μείνει στην ιδιωτική σφαίρα,  ήταν πάντα το πιο σημαντικό μέρος της ανθρώπινης υπάρξεως.
΄Ωστε κάθε τι που έρχεται σ’αντίθεση με το Νόμο αυτόν και στην Ευρώπη και αλλού, καταδικάζεται αυστηρά, αφ’ ότου ελεύθεροι της θύραθεν παιδείας ερευνητές, επιστήμονες, φιλόσοφοι και άλλοι,με το έργο που ως «ίδιον» δημιούργησαν, συνέβαλαν,αποφασιστικά,στην ανάπτυξη του πολιτισμού, εντός-του-κόσμου, με την Επιστήμη,τη διδασκαλία της κλασικής παιδείας και τη μελέτη και διάδοση της νέας Γνώσεως.Και έπραξαν τούτο χωρίς να δεχτούν την ιδιοποίηση του ατομικού τους χώρου και τη δέσμευση της ελεύθερης σκέψεως και βέβαια της ατομικής τους συνειδήσεως.Διεφύλαξαν έτσι «περίφρακτο», άρα ελεύθερο τον ιδιωτικό τους χώρο,για να διατηρούν, ανεξάντλητη την πηγή τους, απ'όπου επιδιώκουν ο «δικός τους αυτός χώρος μέσα στον κοινό χώρο», ν’άναπτύσσεται και ν'απλώνεται,συνεχώς όλο καί ευρύτερα, για όλους τους ανθρώπους ως τις μέρες μας.
Δημοσιεύθηκε την 6η.8.2004
***
Απ΄την εξατομίκευση στήν ΄Υβρι
Του Ματθαίου Χ.Ανδρεάδη
Πρίν εισέλθω στο πιο κρίσιμο θέμα, τις σχέσεις δηλαδή των νεοελλήνων με τά Ευρωπαϊκά πράγματα, χρειάζεται, στο σημείο αυτό,να προσθέσω μερικά ακόμη που αφορούν στην εκκοσμίκευση του Ευρωπαίου:
Ο δυτικός άνθρωπος αλλάζοντας βαθμιαία αντίληψη για την επίγεια ζωή, έφτασε απ’τον χριστιανικό ασκητισμό στον πείσμονα ατομισμό, απαλλαγμένος απ'τους δεσμούς της γεννήσεως και της κοινότητος,καθώς και απ' τις ύποχρεώσεις του παρελθόντος. Αρχικά, δραστηριοποιήθηκε μέσα στη μοναδική αυθεντία, ύστερα στη διαχωρισμένη εκκλησιαστική και κοσμική εξουσία, έκτοτε ανάμεσα στον 15ο και 17ο αιώνα, στις μεγάλες ταραχές και αναστατώσεις, που είχαν ως αποτέλεσμα,για πρώτη φορά μετά τον Θουκυδί δη, την προσπάθεια κατανοήσεως της ιστορίας.
Απ’τη Γαλλική και βιομηχανική επανάσταση και μετά θεωρήθηκε θέσφατο, πως οι ιστορικές αλλαγές είναι το παν.
΄Ολοι οι κανόνες δημόσιου βίου βασίσθηκαν στην αρχή: «Σκέψου για τον εαυτό σου καί μην εμπιστεύεσαι.Μη δέχεσαι οτι κάτι είναι σωστό επειδή το έχεις δει γραμμένο. Πρέπει τα συμπεράσματα να τα βγάζεις μόνος σου».
΄Ατομα με αυτοπεποίθηση και προσωπική αυτονομία, αφέθηκαν μόνα τους να τα βγάζουν πέρα, όσο καλλίτερα μπορούσαν,στηριγμένα στην ατομική επιθυμία, που δεν μειώνει την επίδραση του εγωϊσμού και δεν καταστέλλει την άσκηση της αυθαιρεσίας.
΄Εχοντας συγκροτήσει σε συλλογικότητα (societas) τη συνεξάρτησή τους, οργάνωσαν ως μη α-πράγμονες πολίτες και το «Πράγμα», τα πεπραγμένα τους δηλαδή στον δημόσιο χώρο (res publica), με θεσμούς και όργανα, ορθολογιστικά, πάνω σε Βεμπεριανά γραφειοκρατικά κριτήρια με εκπαιδευμένα στελέχη, και μέσα σ’ένα σύστημα νομικών κανόνων θεμελιωμένων, κυρίως, στη Ρωμαϊκή παράδοση, που χρησίμευαν για την προστασία της δημόσιας τάξεως και την εξυπηρέτηση των κρατικών σκοπών αλλά και για την εξασφάλιση του πολίτη (αντίληψη του νόμου ως αυτόνομου συστήματος σχέσεων μεταξύ ελευθέρων ατόμων).
Στά πλαίσια αυτά ανέπτυξαν τις οικονομικές τους δραστηριότητες,στην αρχή σ΄ενα ριζοσπαστικό laissez-faire, με τον επιχειρηματία, τον εργάτη, την παραγωγή, την πειθαρχία και τη συνεχή εργασία, με κίνητρο το κέρδος.
Περιώνυμη έχει μείνει η διαπίστωση του ΄Ανταμ Σμίθ, (στο έργο του «ο Πλούτος των 'Εθνών») που θεμελίωσε τη θεωρία για τον homo οeconomicus, τον άνθρωπο δηλαδή ο οποίος μοναδικό ιδανικό του έχει το κέρδος,το οποίο πάντοτε βοηθά «τον άπληστο, κτητικό, οπορτουνιστή» άνθρωπο:
«Δεν περιμένουμε το γεύμα μας απ’την καλωσύνη του κρεοπώλη, του ζυθοποιού, ή του αρτοποιού,αλλά απ’το ενδιαφέρον τους για το δικό τους συμφέρον.Δεν απευθυνόμαστε στην ανθρωπιά τους,αλλά στην φιλαυτία τους».
Ευρύτερα,τα συμφέροντα (ατομικά και συλλογικά) που μπορεί στις συναλλαγές μεταξύ των ανθρώπων (interest, εξ’ού και νιτερέσο) να διαφέρουν, πολλές φορές δεν χωρίζουν αλλά ως utilitas,ενώνουν.
Ο δυτικός άνθρωπος (που στη φυή-τη φτιαξιά του-μέχρι τώρα ίσως δεν έχει υποστή καμμιά ουσιαστική μεταβολή), προβάλλοντας τον εαυτό του και τα πάθη του,τίμησε, ιδιαίτερα στο πρόσφορο έδαφος του Λουθηρανισμού και του Καλβινισμού,την πολυϋμνητη εργασία.
Και μολονότι ηταν υποχρεωμένος να τηρεί αρχικά αναρίθμητους κανόνες συμπεριφοράς,βιώνοντας,συνεχώς τον κομφορισμό,μέσα σ’ενα ομοιόμορφα ισοπεδωτικό τρόπο ζωής,εν τούτοις ανέπτυξε περαιτέρω αυθόρμητη δράση και διέπραξε εξαιρετικά κατορθώματα,επιτελώντας μοναδικές πράξεις,ωστε οι καλλίτεροι του είδους του,που ως εξαιρετικοί,ήθελαν να δείξουν πραγματικά ποιοί ησαν,έχοντας υπερβεί το στάδιο του μόχθου για την επιβίωση, ν’ αποτελέσουν τους ξεχωριστούς,οι οποίοι ώθησαν όπως ειναι γνωστό,ακόμη πιο μπροστά την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη του δυτικού κόσμου,επιδιώκοντας και την πολιτιστική τους δραστηριότητα και τη βιωματική έμπειρία ως αυτοπραγμάτωση.
Οταν όμως θέλησαν να καταστήσουν κοινά ολ’αυτά σε όλους τους ανθρώπους,βρέθηκαν να έχουν αγγίξει τα όρια της αρχαίας Ύβρεως.
Οι Ελληνες (για τούς οποίους η τριπλή τιάρα του Πάπα έγινε,δια μέσου της ιστορίας, λατινική καλύπτρα,στη συνέχεια φρυγικός σκούφος των «αβράκωτων» της Γαλλικής επαναστάσεως κ.ο.κ.),ήσαν απ΄τους πρώτους οι οποίοι διαχρονικά,στην πορεία αυτή των Ευρωπαϊκών πραγμάτων, στάθηκαν αντιφατικοί(απ΄την αντιπάθεια στη συμπάθεια,και αντίστροφα).Θα δούμε λοιπόν στη συνέχεια.
Δημοσιεύθηκε την 20η.8.2004
***
«Τα παπούτσια του Χατζηχρήστου»
Του Ματθαίου Χ.Ανδρεάδη
Ποιά η σχέση, λοιπόν, των Ευρωπαϊκών πεπραγμένων που αναπτύχθηκαν εδώ, πρός τη νεοελληνική πραγματικότητα;
Στο ανεξάρτητο νεοελληνικό κρατίδιο,το 1832, με τους 700 χιλιάδες περίπου «λιμώττοντας και άγραμμάτους», κατοίκους:
α)Η Ελληνική γη «καθημαγμένη και γυμνή» παρουσίαζε εικόνα ερημώσεως. «΄Οπου κι’αν γύριζες τά μάτια σου, βράχοι γυμνοί και ξεραϊλα, χωράφια ακαλλιέργητα, πουθενά δρόμοι, πουθενά γεφύρια».΄Οπως διεπίστωνε ο Μάουρερ, «δέν έβλεπες μονάχα σπίτια ερειπωμένα,αλλά κι΄ολόκληρα χωριά και πόλεις».
β)Ο ιδιωτικός (κοινοτικός-δημόσιος) βιος χαρακτηριζόταν απ΄την  οικογένεια που ηταν το κέντρο ανισότητος. Ο άνδρας, σκλάβος κι’αυτός των πιεστικών αναγκών επιβιώσεως, κυριαρχούσε ως αρχηγός της οικογένειας. 'Εξω απ΄τον οικογενειακό χώρο είχε μάθει να συνεργάζεται με άλλους άνδρες σε κοινές υποθέσεις για τη «συλλογική» μέριμνα (κοινοτικό βίο).
γ)Η οικονομία αυτοκαταναλωτική, πρόβαλλε έμμονη αντίσταση στον εκχρηματισμό και στην εμπορευματοποίηση της (αγροτοποιμενικής) παραγωγής
Η οικονομία της αγοράς, που προϋποθέτει καταμερισμό εργασίας, εξειδίκευση και ανταλλαγή αγαθών και υπηρεσιών με χρήματα και με τον μηχανισμό της προσφοράς και της ζητήσεως, εν πολλοίς δεν ίσχυε στη χώρα.
Στη μετεπαναστατική Ελλάδα περίσσευμα εισοδήματος που θα μπορούσε να συσσωρεύεται ως κεφάλαιο «δηλαδή σε πλούτο επενδεδυμένο κατά τρόπο ωστε να επιφέρει κέρδος» όπως συνέβαινε τότε στην Ευρώπη, δεν υπήρχε. 'Εξω όμως απ’την Ελλάδα ζούσαν και εργάζονταν από παλαιά ΄Ελληνες πρόσφυγες και οικονομικοί μετανάστες, πολλοί απ΄αυτούς έμποροι.
Καθ’όλο το διάστημα του 19ου αιώνα ο Ελληνισμός εξέθρεψε αρκετούς βαθύπλουτους, αλλά τα μεγάλα εισοδήματα ανήκαν σε πρόσωπα που λειτουργούσαν εκτός του Ελλαδικού χώρου.
Τα πρώτα μετεπαναστατικά χρόνια το εθνικό εισόδημα δεν φαίνεται να ξεπερνούσε τα 80 εκατομμύρια φράγκα, δηλαδή κάτι περισσότερο από 100 φράγκα ανά κάτοικο.Την ίδια εποχή το εισόδημα τεσσάρων Ελλήνων του εξωτερικού (Σίνα,Βαλλιάνων,Βερναρδάκη και Ράλλη) ήταν της ίδιας τάξεως και μεγέθους με το σύνολο του εθνικού εισοδήματος της Ελλάδος.
δ) Ο άνδρας, που πρωταρχικά, θα μπορούσε να θεωρηθεί ως «κοινωνικό» (μάλλον κοινοτικό) ζώο, είχε ιδιοσυγκρασία και πεποιθήσεις για τη σημασία της εξουσίας, οι οποίες, ουσιαστικά, ήσαν προπολιτικές. Ο χαρακτήρας και οι απόψεις του για τη ζωή αντιστοιχούσαν, κατά βάση στην ιδιωτική σφαίρα και στον αγώνα επιβιώσεως που κατέβαλλε και όχι στον υποτυπώδη, αν οχι ανύπαρκτο δημόσιο βίο.
Η «ισότητα» μεταξύ των «ελευθέρων» ανδρών στην κοινοτική-δημόσια δράση τους, δεν είχε σχέση με τη δικαιοσύνη. Στον στοιχειώδη δημόσιο βίο ήταν άνιση.
Οι μεμονωμένες περιπτώσεις αντιλήψεως του κοινοτικού βίου με το στοιχείο του εξωτερικευμένου ηρωϊσμού, έβρισκαν την έκφρασή τους στην αναρχία και την καταφυγή στά «ρέμπελα», άρνηση ουσιαστικά υποταγής σε θεσμούς και κανόνες ζωής.
Η μεταξύ των ανδρών κοινωνική και επαγγελματική συμπεριφορά, πάντως, είχε ενισχυθεί και εδραιωθεί κατά τους μακρούς αιώνες Χριστιανικής ορθόδοξης επιρροής και διδασκαλίας, εκτός των άλλων και ως προσφορά θυσιών πρός τρίτους ανταποκρινόμενη σε κοινότητα αναγκών και κινδύνων ζωής, διαποτισμένη απο πνεύμα αλληλεγγύης, που αντιστοιχούσε, γενικά, στη φιλάνθρωπη αντίληψη.
Σ’αυτή λοιπόν μέσα την ατμόσφαιρα γενικά,και ο Θεόδ. Κολοκοτρώνης,  ζητούσε «τά πιστρόφια της νύφης» (της Ευρώπης) στην Ελλάδα, εννοώντας βέβαια την οργάνωση του πολιτιστικού και δημοσίου βίου των νεοελλήνων πάνω στά αρχαιοελλληνικά πρότυπα, με τη συνεργασία, προφανώς και της Εσπερίας.
Στην οργάνωση της κοινωνίας και πολιτείας ωστόσο, όπως γράφει ο Νικ. Δραγούμης, αγνοήθηκαν «κατά κράτος, και έδαφος, και κλίμα και κάτοικοι», ενώ έπρεπε να ληφθεί μέριμνα για τα «πρόσωπα και τα πράγματα του τόπου, να γίνη επιμελεστέρα μελέτη δια τους καιρούς, τας περιστάσεις, και τας χρείας, να εξερευνηθούν τα υπάρχοντα στοιχεία και ν’ακουσθούν προσεκτικώτερον αι συμβουλαί της πείρας».
Το οικοδόμημα της χώρας, κατασκευάσθηκε «μακράν της Ελλάδος». Οι προσπάθειες που καταβλήθηκαν για να οργανωθεί πολιτικά και διοικητικά η χώρα, περιορίσθηκαν σε Ευρωπαϊκές αντιγραφές, πράγμα το οποίο, κατά τον θυμόσοφο λόγο του Θ.Κολοκοτρώνη, έμοιαζε με την απόφαση να βάλουν «τα παπούτσια του Χατζηχρήστου στά πόδια του Λόντου». ΄Ηταν εκείνος γίγας, αυτος δε νάνος.
Δημοσιεύθηκε τη 27η.8.2004
***
Τα realia της Ιστοριογραφίας
Του Ματθαίου Χ.Ανδρεάδη
Η ίδρυση του νεοελληνικού κράτους το 1832, επιβεβαίωσε την ιδέα του ΄Εθνους.
Απ’τον 11ο μ.Χ αιώνα,όπως είδαμε και ιδιαίτερα απ΄τον 14ο με τον Γεώργιο (Πλήθωνα) Γεμιστό που, επέστελλε απ’τον Μυστρά, στον Αυτοκράτορα του Βυζαντίου Μανουήλ:«...Εσμέν γαρ ουν,ων ηγείσθε και βασιλεύετε, ΄Ελληνες το γένος, ως η τε φωνή και πάτριος παιδεία μαρτυρεί(...)Την χώραν ΄Ελληνες αεί οικούντες οι αυτοί εξ ότου περ άνθρωποι διαμνημονεύουσιν (...)΄Ελληνες την δε την χώραν (...)αυτοί τε αεί φαίνονται κατέχοντες», είχε αρχίσει να διαμορφώνεται η νεοελληνική συνείδηση. Τα χρόνια της σκλαβιάς,΄Ελληνες της διασποράς και ο υπόδουλος λαός, στά δημοτικά τραγούδια, στά παραμύθια, τίς παραινέσεις, στα ιστορήματα, στα θούρια, στους αγώνες ακόμη και στις προφητείες τους, αναζητούσαν («ως εις τα σπλάγχνα ενός σφαγίου») τα σημεία σωτηρίας, την ελπίδα αναγεννήσεως και τα πεπρωμένα του Γένους, ανέμεναν, δηλαδή την ευλογημένη ημέρα κατά την οποία «παίδες Ελλήνων κατά τα έθιμά των συλλεγόμενοι», θάφερναν πάλι στον τόπο «το κλέος της Ελληνικής φωνής» (γλώσσας) και θα σύστηναν κράτος δικό τους.
Οπως διαπιστώνεται απ΄τις σχετικές έρευνες και μελέτες, στη ροή της Ιστορίας, πάντοτε κυριαρχεί το στοιχείο της Συνέχειας, ως κοινή σταθερά.
Ειναι δε Συνέχεια η συνειδητή προσπάθεια να «ξαναθυμόμαστε και να ανανεώνουμε την κληρονομιά μας», η οποία συνιστά Παράδοση.
Ιστορική Συνείδηση και Συνέχεια έχουν ένα, σχεδόν, ιερό χαρακτήρα, κατά τον Ευρωπαίο φιλόσοφο της ιστορίας Γιάκομπ Μπούρκχαρτ (του οποίου η σκέψη θεωρείται «ως ο πλέον βάσιμος, σύγχρονος, στοχασμός πάνω στην Ιστορία».)
Απο πολλού χρόνου πλέον, η Ευρωπαϊκή ιστοριογραφία έχει αρχίσει να εμπεδώνει αταλάντευτη πεποίθηση για τη σημασία του αμέσου παρελθόντος των νεοελλήνων, του Βυζαντίου δηλαδή, ως «μιάς ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας», η οποία, ενώ συγχρόνως ήταν ένα Ελληνικό κράτος πού ανήκε στον Μεσαίωνα, διεφύλασσε ολόκληρη τη λογία παράδοση της Αρχαιότητος. «Ήταν ανατολικό φρούριο της Ευρώπης στην επαναλαμβανόμενη  έφοδο της Ασιατικής Άνατολής, ένα χριστιανικό κράτος με την μοναστική-ασκητική συνιστώσα, αλλά και μαζί ο εγγυητής και ο θεματοφύλακας του αρχαίου Ελληνικού πολιτισμού», κατά τον καθηγητή Χούνγκερ.
΄Αλλωστε, και η δυτική ιστορική Συνέχεια, σύμφωνα με τον Γ. Μπούρκχαρτ, ξεκινάει, απ΄τον εξελληνισμό της Ανατολής με τον ΜέγαΑλέξανδρο, φτάνει στη Ρώμη και καταλήγει στη διατήρηση ολόκληρου του κορμού του αρχαίου δυτικού πολιτισμού απ’τη Χριστιανική Εκκλησία.
΄Ωστε η Ευρωπαϊκή εγκυρότητα που απέκτησαν αντίστοιχες μελέτες νεοελλήνων κορυφαίων ιστορικών για την πορεία του Γένους, έχει σημασία ίση με την αξία αληθινής επιστήμης, διότι αυτά που διαπίστωσαν στις σχετικές τους εργασίες, βρίσκονται στο πνεύμα ενότητος καί συνέχειας του Ελληνικού λαού, κατά την έννοια του Γ.Μπούρκχαρτ.
Και είναι άξιο παρατηρήσεως οτι, μετά αλλεπάλληλες ιδεολογικές στρεβλώσεις που υπέστη η, νεώτερη πρό παντός, Ελληνική ιστορία από πολλούς προβεβλημένους στις μέρες μας «ιστορικούς», ντόπιους και αλλοδαπούς, βρήκε, στα στερνά του ο σύγχρονος νέστωρ της ιστοριογραφίας μας Σπ. Ασδραχάς, το κουράγιο να πεί τον μεγάλο λόγο («Καθημερινή» 24.11.2002):
"(...) Να σταματήσουν οι ανόητοι, οι οποίοι λένε ότι ο εθνικισμός είναι κακό πράγμα. Ο εθνικισμός είναι το ίδιο πράγμα με τον εθνισμό-γίνεται εθνικισμός όταν παραστρατήσει. Ειδεμή ο εθνισμός είναι η μεγαλύτερη επανάσταση που έχει συμβεί στον κόσμο μετά τον χριστιανισμό (...). Είμαι πάρα πολύ λυπημένος με ανθρώπους που έχουν την αίσθηση του χρόνου και που πηγαίνουν να ερμηνεύσουν το πρόβλημα του εθνισμού με αναφορές μόνο στη συνειδητή ιστοριογραφία.Υπάρχει και αυτή, αλλά υπάρχουν και άλλες καταστάσεις. Για να κάνεις σύνθεση, πρέπει(...)να έχεις σχέση με τα κείμενα, με τη γη, με τους ανθρώπους (...) Η κατ’ εμέ αποτυχία της ελληνικής Τοιστοριογραφίας είναι οτι δεν αισθάνθηκε την ανάγκη ν’ασχοληθεί με τα πράγματα αλλά με τον λόγο περί των πραγμάτων.Δεν μείναμε στη μελέτη των πραγματικοτήτων εκείνων που εξηγούν γιατί με αναιρέσεις φθάνουμε στο σχήμα της συνέχειας. Και δεχόμαστε την εύκολη λύση, αυτό που είπε ο Φαλμεράϊερ «δεν είστε Ελληνες». Ο Παπαρρηγόπουλος αναιρεί το σχήμα. Μελετά τα realia (...).Πρέπει να στοχαστούμε σοβαρά πάνω στο έργο του Ζαμπέλιου και του Παπαρρηγόπουλου».
Δημοσιεύθηκε την 3.9.2004
***
Ο Ελληνικός εθνισμός
Του Ματθαίου Χ. Ανδρεάδη
Σύμφωνα με τον ΄Αρνολντ Τοϋνμπη, το ενιαίο ομοιογενές εθνικό κράτος που συγκροτήθηκε από τό 1831 έως τό 1945, δεν είχε άληθινά προηγούμενα στά προγενέστερα στάδια τής ελληνικής ιστορίας, ούτε είχε καθόλου ρίζες στη νεοελληνική ζωή. Οι γηγενείς θεσμοί του νεοελληνικού λαού ήσαν η Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία, η κοινότητα του χωριού καί η οικογένια. Κανένας άπό αύτούς τους θεσμούς δεν μπορούσε νά αποτελέσει τήν υποδομή γιά ένα δυτικού τύπου, σέ όποιαδήποτε άπό τίς παραλλαγές αύτού του ύποδείγματος τον 19ο αιώνα, στις οποίες ο Κοραής είχε δώσει την ευλογία του.
Η Ελλάδα ως πολιτεία (κράτος) στους αιώνες καταργήθηκε αρκετές φορές, παραμένοντας σε υποτέλεια. Η τοπική όμως αυτοδιοίκηση, απ΄τους Ομηρικούς χρόνους, συνεχώς έκτοτε ακόμη και κάτω από την Οθωμανική κυριαρχία ώς τη σύγχρονη εποχή, δεν καταργήθηκε.Οι ΄Ελληνες διατηρώντας τον εθνισμό τους έζησαν σε κοινοτικό καθεστώς μέχρι το 1832.
Με τον κοινοτισμό, ο εθνισμός των Ελλήνων δεν χάθηκε και όταν οι πολιτείες τους στους αιώνες παρήκμασαν ή διαλύθηκαν από ξένους εισβολείς.
Ο Ελληνικός λαός, και όταν στους αιώνες απέβαλε με τη βία τη δυνατότητα να συγκροτεί πολιτεία, παρέμεινε έθνος.
Κατά την κρατούσα διεθνώς συνταγματική και πολιτειολογική θεωρία ένας λαός «που συγκροτεί την ιδέα ενός συλλογικού προσώπου, μεταβλητού κατά την έμπνευση, τη συνείδηση, την ένταση και το μέγεθος» (έθνος δηλαδή), μπορεί ν΄ αντιπροσωπεύει είτε ένα ενωμένο κράτος (πολιτεία) που αφανίστηκε ή να συμπίπτει με ένα ενωμένο κράτος που ακόμη υπάρχει, είτε να φιλοδοξεί ή να τείνει να ιδρύσει μελλοντικά ένα ενωμένο κράτος.
Και οι τρεις περιπτώσεις λαών ως έθνη, ίσχυσαν και ισχύουν μέχρι και σήμερα στην παγκόσμια ιστορία.
Οι ΄Ελληνες απ΄τη Ρωμαιοκρατία και μέχρι το 1832, βρέθηκαν ως έθνος κάτω απ΄την πρώτη και τρίτη περίπτωση.Στους αιώνες, και αυτοί, όπως άλλα έθνη, σύμφωνα με τον περίφημο ορισμό του G.Jellinek, ζητούσαν ζώντας ως «μόνιμος λαός σε ορισμένη χώρα» να οργανωθούν σε νομικό πρόσωπο, που θα έχει πολιτική εξουσία πρωτογενή. Αφού, κατά το διεθνές συνταγματικό δίκαιο «η εξ ιδίου δικαίου πρωτογενής εξουσία συνιστά ίδιο γνώρισμα της πολιτείας, που σε αντίθεση προς άλλα νομικά πρόσωπα, ασκεί μόνη πολιτική εξουσία ως ιδιαίτερο δικαίωμα, επιτάσσοντας ελεύθερα άτομα και εξαναγκάζοντας αυτά να τηρούν τις επιταγές της».
Στις περιπτώσεις των Ελληνιστικών κρατών και του παρακμάζοντος Βυζαντίου, η πρωτογενής εξουσία των Ελλήνων εμφανίστηκε διεσπασμένη, αυτό όμως δεν αντιστρατευόταν τους παραπάνω κανόνες. Μπορεί ο Ελληνισμός να υπήρξε διεσπασμένος, ωστόσο δεν έπαυε ν΄ αποτελεί ιδεατή κοινότητα (έθνος) πάνω απ΄τον χώρο και το χρόνο.«Με αυτήν ακριβώς την ιδεατή κοινότητα,την υπέρτερη των συμβεβηκότων και των καταστάσεων κλήθηκε ο Ελληνισμός να σταδιοδρομήσει κατά τις μακρές χρονικές περιόδους, κατά τις οποίες στερήθηκε της πρωτογενούς ή εξ ιδίου δικαίου εξουσίας». Κατά τη ρωμαιοκρατία και την τουρκοκρατία ο Ελληνικός λαός, (μπορεί) ν΄απέβαλε δια της βίας τη δυνατότητα του να συγκροτεί πολιτεία,(ωστόσο) παρέμεινε έθνος.
Κάτω, λοιπόν, απ΄ την κυριαρχία των Ρωμαίων και των οθωμανών τούρκων, «μονήρες και ανάδελφο», όπως έγραφε το 1978 ο Διον.Ζακυθηνός, «διεσπασμένο στον χώρο (...), καταπονημένο απ΄τις εμφύλιες έριδες και τους πολιτικούς διχασμούς, το Ελληνικό Έθνος» ανέλαβε τη μακρά και αβέβαιη πορεία του.  Άν και είχε ηττηθεί στο πεδίο της μάχης και έχει σκύψει μπροστά στη σκαιά και βάρβαρη βία, όμως διατήρησε ακέραιες τις δημιουργικές του δυνάμεις, ακολουθώντας την τραχειά και ανάντη οδό, την χωρίς πρωτογενή εξουσία νέα ζωή του, «εν πάση τη δόξη της πνευματικής ακμής και ακτινοβολίας».
***
Το «κάρμα» των Ελλήνων

Του Ματθαίου Χ.Ανδρεάδη
Ενας λαός όπως οι Ελληνες (που κατοικεί μόνιμα για αιώνες σ΄ένα φυσικό χώρο,όπου το γαλάζιο,οι ακρογιαλιές και τα νησιά,η θάλασσα γενικά,το φως,οι κορυφές των βουνών-ο Ολύμπος,η Ακρόπολη όπου ο Παρθενών,το ΄Αγιον ΄Ορος κλπ,-με τα καθημερινά και ιερά του ακούσματα,τα τραγούδια,τα νανουρίσματα,τα κλασικά του πλαστουργήματα,τα είκονίσματα,τα βιβλία,τα υπαίθρια θέατρά του κ.ά),έχει εκ των πραγμάτων κατ΄ έ θ ο ς δημιουργήσει σ υ ν ή θ ε ι ε ς-παραδόσεις,που ουσιαστικά,είναι η ιδιάζουσα σχέση των ανθρώπων ανάμεσα στα έμψυχα και άψυχα του χώρου τους.Η σχέση αυτή συνιστά ή θ ο ς,το οποίο άλλωστε ετυμολογικά σημαίνει κατοικία,τόπο διαμονής,ενδιαίτημα.Και η γλώσσα τους αποτελεί «τον κώδικα σημείων,τά οποία άφηγούνται τόν δεσμό των ανθρώπων αυτών με τον τόπο τους».Αυτό το δεσμό άνακαλεί,κατά τον Οδυσσέα Ελύτη,ο ΄Ελληνας ποιητής σήμερα,«όταν λέει ο "ουρανός",η "θάλασσα,ο "ήλιος",η "σελήνη",ο "άνεμος",όπως τό έλεγαν η Σαπφώ καί ο 'Αρχίλοχος.(Και) αυτό δέν ειναι μικρό πράγμα.Ειναι πολύ σπουδαίο.(Γιατί έτσι) επικοινωνούμε κάθε στιγμή,μιλώντας μέ τίς ρίζες μας».
Αλλά ο τόπος αυτός εχει και ιστορική αξία διότι οι άνθρωποι που ζούν σ’αυτόν έχουν απαρχής κάνει κύρια πράξη τους την αναζήτηση του πνεύματος της Ελευθερίας,που για τους ΄Ελληνες με μια λέξη είναι το ανεξήγητο,κατά τον πατέρα της λογικής Αριστοτέλη,το «άλογον,δι ό συμβαίνει μάλιστα το θαυμαστόν»(«Ποιητική»,1460 a 13).
Ενας αναγωγικός,λοιπόν,που δε ζει μάλιστα στο χώρο αυτόν,δεν μπορεί κάν να ψηλαφίσει,«αντικειμενικά»,τον χαρακτήρα,την ιστορία και το «θαυμαστόν» των πράξεων αυτών που κατοικούν αυτό τον τόπο.Πιο πολύ όταν τα κριτήρια και οι αξίες στις μελέτες του δεν είναι της εποχής που εξετάζει κάθε φορά,αλλά προέρχονται απ΄το δικό του χώρο και αφορούν την εποχή του,με αποτέλεσμα τά πορίσματά του να είναι κυριολεκτικά ανόητα.
‘Ελεγε ο μόλις προσφάτως-εν αγνοία,βέβαια,των πολλών-εκδημήσας, πλήν πολύ σημαντικά ορίσας τά πνευματικά πράγματα του τόπου,Ζήσιμος Λορεντζάτος:«Ένα απ’τα περισσότερο σκοτεινόμυαλα γερμανικά παραμιλήματα του 19ου αιώνα (είναι όσα) πράματα για την Αρχαία Ελλάδα λέγονται (απ’τον ΄Εγελο),που είναι αδύνατο να πιστέψει κανένας σήμερα πώς ολόκληρη σχεδόν η Ευρώπη τα άκουγε τότε να λέγονται από την πανεπιστημιακή καθέδρα με το στό μα ανοιχτό(…) Και ο Χέγκελ δεν ειναι το μοναδικό παράδειγμα».
Ωστόσο για τη σωστή αποτίμηση του ή θ ο υ ς ενός λαού αλλά και κάθε προσώπου, υπάρχει ενας τεχνικός όρος.Αυτός δηλώνει τήν επίδραση,την οποία έχει η από κεκτημένη ταχύτητα πράξη του παρελθόντος στήν πράξη του παρόντος,όπως θάλεγε ο ΄Αρνολντ Τόϋνμπη.Στήν τεχνική του σημασία ο όρος αυτός,ειναι ενεργητικό ή παθητικό,περιουσιακό στοιχείο,ποτέ σταθερό,αλλά ενας τρέχων λογαριασμός,στόν οποίο προστίθενται τακτικά,πιστώσεις καί χρέη. Είναι κάτι μεταβαλλόμενο πρός τό καλύτερο ή πρός τό χειρότερο. Και θά συνεχίζει να υπάρχει οσο διάστημα θά επιζή τό ανθρώπινο γένος.Το ιδιότυπο αυτό στοιχείο στην ιστορία,ενεργεί καί όταν ενας λαός ή ένα πρόσωπο δέν έχει μνήμη των δικών του πράξεων ή των πράξεων των προγόνων του.Τό σύνολο του παρελθόντος ειναι πάντα μέσα στή ζωή καί λειτουργεί στό παρόν,ακόμα καί αν οι ζώντες δέν τό θυμούνται πιά.(Εδώ ισως ισχύει το περίφημο του Μπενεντέτο Κρότσε:«Ολη η ιστορία ειναι σύγχρονη ιστορία»).Το παρελθόν με την έννοια του ιδιότυπου αυτου στοιχείου(που μπορείτε να το πείτε,κάρμα ή όπως αλλοιώς θέλετε) έχει επίδραση στη ζωή κάθε γενηάς.Και το κάρμα μπορεί νά παρακινήσει τη γενηά αυτή νά προσπαθήσει νά τό τροποποιήσει μέ επιπρόσθετες πράξεις σέ κατευθύνσεις,πού αυτή επιλέγει.Αυτό θα πεί διδάσκομαι απ΄τά λάθη μου,κι΄ειναι αυτό επιστημονικός όρος,και η συνειδητοποίηση του λάθους ενδέχεται νά κάνει την κάθε γενηά να νοιώσει,οτι μπορεί νά τό μεταβάλλει πρός τό καλύτερο ή πιθανόν νά τό εξιδανικεύει καί επομένως νά νοιώθει πώς κάθε προσπάθεια νά τό αλλάξει αποτελεί ιεροσυλία.Ωστόσο όλα αυτά συνιστούν επιλογές και αποφάσεις που αφορούν αυτην αποκλειστικά,και κανείς αναγωγικός,δεν μπορεί να ζητήσει μεταβολή ή όχι στο κάρμα της κοινωνίας και του πολιτι σμού ενός λαού,πολύ περισσότερο να καθορίσει τους ορίζοντές της ζωής τους.
Δημοσιεύθηκε την 12.3.2004
***
Το «κάρμα» των Ελλήνων στην ιστοριογραφία των αναγωγικών
Του Ματθαίου Χ.Ανδρεάδη
Το σύμπτωμα του αναγωγισμού δεν είναι άγνωστο και στην ιστοριογραφία. Αρκετοί ιστορικοί,δικοί μας και ξένοι, επεξεργαζόμενοι ιδεολογικά τη χρήση της Ιστορίας,δεν μπόρεσαν ν΄απαλλαγούν απ΄τη μεροληψία.
Μερικοί απ΄αυτούς ίσως θέλησαν ως κοινωνικοί επιστήμονες να «μπολιάσουν τη σκέψη τους με τρόπο ιστορικό», δηλαδή να εθισθούν βλέποντας την πραγματικότητα, πέρα απ΄τις επιθυμίες τους,όμως οι πιο πολλοί εγκλωβίστηκαν στην «ιδεολογική αγκύλωση της ιστοριογραφικής πρακτικής».
Στη σύγχρονη Ελληνική ιστοριογραφία οι σχετικές παρεμβάσεις έμπείρων, κατά τ’άλλα,ιστορικών ερευνητών,ειχαν,σχεδόν πάντοτε,«φωταδιστικό» χαρακτήρα.(βλ.σχετικά και Αντ.Λιάκο, «Βήμα»,7.3.2004),απέβλεπαν δηλαδή στη χρησιμοποίηση του παρελθόντος για τις ιδεολογικές ανάγκες που ζητούσε η πολιτική πρακτική του εκάστοτε παρόντος.Και μ’ αυτό τον τρόπο δικαίωναν (απ΄την άνάποδη) την περίφημη φράση του Μπενεντέτο Κρότσε,κακοποιώντας το παρελθόν,υποδουλώνοντας το παρόν και θεμελιώνοντας αναγωγικά το μέλλον.
΄Ετσι, μπροστά σ’ αυτούς τους αναγωγικούς μελλοντολόγους,οι φόβοι που εξέφραζε ο Νίτσε, προ αιώνος και πλέον,ότι «από στιγμή σε στιγμή μπορεί να έρθει μία πρωτοφανής στην Ιστορία απόπειρα υποδουλώσεως του παρελθόντος,πού θ’άναγκάσει τους ανθρώπους να το παραγνωρίζουν ολότελα» και η δραματική έκκληση που απηύθυνε στην έποχή του «να λυπηθεί τον κόσμο από τό φοβερό αυτό θηρίο»,ουσιαστικά ηχούν ως κραυγή της αθωότητος του φιλοσοφώτερου Ποιητού έναντι της Ιστορίας.
Διότι δεν είναι οι ιδεολόγοι-αναγωγικοί,ούτε,βέβαια,οι ιστορικοί αλλά αυτοί που έχουν «οξύτερον βλέμμα», οι Ποιητές, κατά τον Αριστοτέλη, οι οποιοι λένε όσα θα μπορούσαν να γίνουν-«οία άν γένοιτο» (γι’αυτό,και «φιλοσοφώτερον και σπουδαιότερον Ποίησις της Ιστορίας» -Ποιητική, 1451b).
Στη νεώτερη εποχή,πραγματικά,και μέχρι τη δεκαετία του 1990,όταν κυριαρχούσαν τυραννικοί ηγέτες και ιδεολογίες αναγωγικών μειοψηφιών, ψυχοτεχνικοί με ψευδοεπιστημονικά εργαλεία και τρόπους «αγκιτάτορα», ήτοι χρησιμοποιώντας υπηρετικά την «επιστήμη» και τη «διανόηση», διαστρέβλωσαν τα γεγονότα βιάζοντας την Ιστορία καί το νόημά της.
Εμφάνισαν,ειδικώτερα,την Ιστορία ως προετοιμασία,η οποία οδηγούσε σε μιά ανερχόμενη σκάλα,της οποίας τα σκαλοπάτια έπρεπε να καταλήγουν στο ύψος του αναστήματος αυτου που υπηρετούσαν,ώστε το νόημα και τ’αποτελέσματα της Ιστορίας να προσαρμόζονται στην κακοποιό δράση του αυθέντη τους.
Και σύγχρονοι ΄Ελληνες ιστοριογράφοι,όχι σε μικρή έκταση,επεδίωξαν να μεταβάλουν σπουδαία γεγονότα καί πράξεις σε εύπλαστο υλικό,με το οποίο θέλησαν να κατασκευ άσουν ψευδή και σαθρά δημιουργήματα σε βάρος της ιστορικής αλήθειας.
Το «φοβερό θηρίο» πού τρόμαζε τον Νίτσε,έχει βέβαια τώρα πιά μάλλον έξοντωθεί,τελειωτικά για πολλούς,στον τόπο μας όμως αυτό ατυχώς δεν φαίνεται να έχει ακόμα συντελεσθεί πλήρως…
***
Οι σύγχρονοι ΄Ελληνες (που όπως και οι Κινέζοι μαζί με τους Εβραίους,κατά τον «Θουκυδίδη» του 20ου αιώνος ΄Αγγλο ιστορικό ’Αρνολντ Τόϋνμπη,έχουν τις πιο μακροχρόνιες μνήμες απ’το παρελθόν τους) είναι πάντοτε ανοικτοί στους λογαριασμούς του ιστορικού και πολιτιστικού τους «κάρμα».
Οι ΄Ελληνες λέει ο ΄Αρν.Τόϋνμπη,είναι αυτοί που έκτοτε και μέχρι σήμερα,παράγουν Ποιητές και επιτελούν ηρωϊσμούς.Και το «κάρμα» τους (εννοεί) είναι αυτό που προκάλεσε στην πρόσφατη ιστορία 1940-1941 κατά των ξένων εισβολέων πράξεις,«τόσο υψηλές οσο τα κατορθώματα των προγόνων τους στον Μαραθώνα και στις Θερμοπύλες» (απ΄το τελευταίο του έργο:«Οι Ελληνες και οι κληρονομιές τους»,έκδ.1981 σελ.13).
Και αυτό,όπου βρίσκεται ενταγμένη η ουσιαστική ύπαρξη των συγχρόνων Ελλήνων,δεν είναι εύκολο ενας αναγωγικός, ξεκινώντας απ΄τη δική του θέση να το μελετήσει στην πραγματικότητα.
Μπορεί με όποιο τρόπο θέλει να το ερμηνεύσει,εντοπίζοντας ως αιτία των «πράξεων» αυτών και των προγόνων τους, όποιο λόγο θέλει,άκόμη καί τους ενδοκρινείς αδένες τους,πού λέει ό λόγος...
Όμως όταν πρόκειται γιά τά θεμέλια της υποστάσεώς τους,η έννοια του «αντικειμενικού» που διεκδικεί ο αναγωγικός κηρύσσεται ανόητη.Διότι το «κάρμα» κάθε λαού,γενικά, αναφέρεται στη δική του ιστορία και ύπαρξη και αφορά στους ιστορικούς ορίζοντες της δικής του υπάρξεως.
Και είναι ο λαός αυτός,που θα χρεωπιστώσει στο δικό του «κάρμα» (διευρύνοντας ή όχι τους ορίζοντές του) τις σύγχρονες Ευρωπαϊκές προκλήσεις και τη σημερινή παγκοσμιότητα.
Σ’αυτόν τον λογαριασμό,κανένας άναγωγικός παρατηρητής δεν είναι αρμόδιος να ορίσει και μάλιστα σ’ένα λαό με τόσο μακρόχρονη παράδοση,όπως σωστά εχει παρατηρηθεί,αν θα συρρικνώσει ή όχι,λόγου χάρη,τους ιστορικούς και πολιτι στικούς του ορίζοντες,ποιό θα θέσει ως ιερό καί όσιό του,γιά ποιό θα πρέπει να θυσιασθεί ή όχι,κ.ο.κ.
Δημοσιεύθηκε την 19.3.2004
***
Η γνώση της Ιστορίας και η άγνοια της περιέργειας
ΤουΜατθαίου Χ.Ανδρεάδη
Κατά τους σοβαρούς ερευνητές:
α) Η Ιστορία μας επιτρέπει να συνειδητοποιήσουμε τον ατομικό και σι λογικό μας εαυτό, δείχνει τους ευρύτατους οριζοντές μας και κομίζει αξίες της Παραδόσεως οι οποίες θεμελιώνουν τη ζωή μας. Για μας τους 'Ελληνες, καμμιά πραγματικότητα δεν είναι τόσο ουσιαστική όσο η Ιστορία, ιδιαίτερα η δική μας Ιστορία.
β) Με την Ιστορία μαθαίνουμε ποιά επιτεύγματα υπήρξαν καί ποιοί ό1 eροι συνέτριψαν προσπάθειές μας στο παρελθόν. Συνειδητοποιώντας ~ βήματά μας μπορούμε να προχωρούμε στη ζωή με αμφίπλευρο τον φι τισμό, του παρελθόντος και του παρόντος.
γ) Ωοτόσο, οι πιο πολλοί Ελληνες έχουν γνώση της ιστορίας απ το ιστοΕ κό εγχειρδιο της μέσης, κυρίως, παιδείας(οταν δεν έχει εισαχθεί στι ιστορία η ιδεολογία). Ποτέ δεν μπόρεσαν ως νέοι να λάβουν ιστοριι μόρφωση, εκτός αν είχαν την τύχη να έχουν ενα καλά καταρτισμένο Δάσκαλο.
Η μέθοδος, εξάλλου, διδασκαλίας του μαθήματος της Ιστορίας από μέρους αρκετών εκπαιδευτικών,όπως  διαπιστώνει και ο Απ.Βακαλόπουλος,
ήταν και είναι ράθυμη, η οποια πάντοτε δυναμώνει την επιπολαιότητα και την φιλοκριτική διάθεση των μαθητών (δυο σημάδια της Ελληνικής εξυπνάδας), με αποτελεσμα η ιστορική αντίληψη των πραγμάτων να παραμένει θεμελιωμένη σε σαθρές βάσεις. Συμπέρασμα:0ί Ελληνες βγαίνουν ανιστόρητοι, αλλά και αγεωγράφητοι  απ'τά σχολεία. Οι πιο πολλοί έχουν θαμπές αναμνήσεις απ'το ιστορικό εγχειρίδιο των νεωτέρων χρόνων ή απο πανηγυρικούς λόγους, ή ακόμη και απο ανεύθυνα ιστορικά άρθρα εφημεριδων και περιοδικών ή άλλα πρόχειρα δημοσιεύματα. Εντεύθεν και η ημιμάθεια, η οίηση, το πείσμα και η εμπάθεια, που, εκτός των άλλων, διακρίνουν τους Ελληνες, στον ατομικό και συλλογικό τους βίο.
Και το περίεργο είναι, οτι αρκετοί πολιτικοί μας, απ'τα παλαιά ακόμη χρόνια, όχι μόνο αγνοούν και απεχθάνονται την Ιστορiα, αλλά τρέφουν προς αυτή βαθύτατη, περιφρόνηση, παρά το αναμφισβήτητο γεγονός, οτι η ιστορική μάθηση ειναι αναγκαία γι' αυτούς που αναλαμβάνουν να κυβερνήσουν ένα  κράτος. Κι'ας διαπιστώνει από χρόνους πολλούς πρίν ο
ιστορικός Πολύβιος:
«Προς τας πολιτικάς πράξεις, η εκ της ιστορίας μάθησις αληθινωτάτη παιδεία και γυμνασία έστι»(1,1, 2).
Εν πάση περιπτώσει, με δεδομένη την αλήθεια, πως ένα μέρος της κακοδαιμονίας και των εθνικών συμφορών, οφειλεται στην ελλειψη ιστορικών γνώσεων από πλευράς ιθυνόντων και λαού, αφου οι ιστορικές γνώσεις ειναι πολύτιμα και αιώνια διδάγματα, προκειμένου, ιδιαίτερα, για την επιβίωση και το μελλον μιας μικρής χώρας, ας επανελθουμε σ'αυτά που μας απασχολούν εδω:
΄Ελεγε  ο  Ζήσιμος Λορεντζάτος:
Απ τους προσωκρατικούς, τους μύθους, τα δημοτικά μας τραγούδια κ. ά. , αυτός που ξεπερνάει τα ανυπέρβλητα φαινόμενα εμπόδια(τ' ανώτατα όρια, πέρα των οποίων nec plus ultra)δηλαδή αυτός ο οποίος υπερβαίνει τους ορίζοντες που πολύ παλαιά όριζαν, λόγου χάριν, οι δυο Ηράκλειες Στήλες, τις οποίες ο γιός της Αλκμήνης έστησε αντικρυστά, τη μια στην αφρικανική Αβύλη και την άλλη στην ευρωπαϊκή Κάλπη ("πλούς ημέρας»)τιμάται ως θνητός ή ηλιακός ήρωας ('Ηλιος-δώδεκα ζώδια, κ. ο. κ. ). 'Αλλωστε ανέκαθεν ο άνθρωπος, τα όποια όρια συναντά στη Φύση (η οποία, όμως «κρύπτεσθαι φιλεί») τ'αντιμετωπίζει  (plus ultra)και ως συναφή πρόκληση προς την εγγενή αρχετυπική αίσθηση του δέους και στα βαθειά υπαρξιακά προβλήματα, που προκαλεί η μοναξιά του στο άξενο σύμπαν. 
Πέραν ομως αυτών, στη Δύση ο ατομικός άνθρωπος αποδύθηκε στην περιπέτεια και ανέπτυξε, έκτοτε, μέχρι σήμερα, τη νεώτερη επιστήμη, οχι μόνο για τη χαρτογράφηση, τη ναυσιπλοϊα και την γεωργία, όπως, ειδικώτερα, έχει διαπιστωθεί, αλλά και χάριν της περιέργειας ("του ορέγεσθαι ειδέναι")που με την υπέρβαση των ορίων οδηγήθηκε σε εκπληκτικές αναζητήσεις.
Σ' εμάς τι συνέβη;
Απ τους Μέσους ως τους Νεώτερους Ελληνικούς Χρόνους (12ος έως 19ος αιώνες) λόγοι ιστορικοί προκάλεσαν στο Γένος φαινόμενα ομαδισμού και κλείσιμο στον εαυτό του, στους δε  'Ελληνες (αντιφατικά)μαζί με τον θαυμασμό τους για τους δυτικούς, αμυντικά ανακλαστικά για κάθε τι προερχόμενο απ την Εσπερία.
Και όπως με καϋμό βάσιμα υποστηρίζει  ο Στ.Ράμφος, απ'τον 15ο αιώνα μ. Χ. , εποχή του Γρηγορίου Παλαμά, έχει απορριφθεί πια το δεύτερο σκελος στο ζεύγμα των Γνώσεων:«Της Γνώσεως της σωτηρίας και της Γνώσεως της περιέργειας». Αφότου έτσι απορρίφθηκε η περιέργεια, άρα η προσωπική περιπετειώδης αναζήτηση, χάθηκε για τον'Ελληνα το παιχνίδι της ιστορίας.
Δημοσιεύθηκε την 10.9.2004
***
Το πρόσωπο του Νέου Ελληνισμού
Του Ματθαίου Χ. Ανδρεάδη
«Η πρωταρχική μέριμνα των διδάχων καθεμιανής
πατρίδας-στηριζόταν πάντα και έξακολουθεί πάντα να στηρίζεται\
στο πολυδιάστατο αγαθό τής έαυτογνωσίας (όπως στους Δελφούς)
¬είτε προσωπικής είτε έθνικής είτε έσχατολογικής.Αν δέ μάθομε
τόν έαυτό μας δέν έχομε πρόσωπο νά βγούμε στόν κόσμο».
(Ζήσιμος Λορεντζάτος «Από την Πίζα στην Αθήνα»,σελ. 55)

Οι ΄Ελληνες, «βγήκαν στον κόσμο τους τελευταίους οκτώ τουλάχιστον αιώνες, πρώτη φορά μετά το 1204.Ύστερα με τη διασπορά, ο καθένας τους ατομικά, σ’ Ανατολή και Δύση, όπου και διέπρεψαν. Κατόπιν συλλογικά, με την απόκτηση της εθνικής τους ανεξαρτησίας το 1832, τους μετέπειτα αγώνες, και βέβαια με την Ευρωπαϊκή τους περιπέτεια, μέχρι σήμερα.
Στις εξορμήσεις τους αυτές είχαν καταγωγικά, ως προσδιορισμένο πολιτιστικό σύνολο με διαχρονική συνέχεια, κοινούς στόχους καi πεποιθήσεις, συλλογικές εντυπώσεις αξίες συνήθειες τρόπους ζωής, συμπεριφορές, θεσμούς, τεχνικές μεθόδους κ. ά.
Την πρώτη φορά «βγαίνοντας», πρόσφυγες Κωνσταντινουπολίτες στο βασίλειο της Νίκαιας, έκριναν οτι ήταν αδύνατο μετά την ατιμωτική καταστροφή το 1204 της Νέας Ρώμης (Κωνσταντινουπόλεως) απ΄ τους Ρωμαιοδυτικούς, να εξακολουθούν να ονομάζονται «Ρωμαίοι»,δηλαδή συνεχιστές-διάδοχοι της παλαιάς Ρώμης, όπως με ενθουσιασμό στην αρχή είχαν δεχθεί. Χρησιμοποίησαν έτσι το όνομα 'Ελληνες, όχι υποτιμητικά πια, με την έννοια που αναφερόταν στους εκλείψαντες ειδωλολάτρες, καθώς οι δυτικοί και η ορθόδοξη εκκλησία, άλλωστε τους αποκαλούσαν, αλλά επαινετικά γι'αυτούς ως ζώντες κληρονόμοι του ενδόξου ελληνικού πολιτισμού.
Την εποχή εκείνη και για πολύ χρόνο μετά, τους κατοίκους της περιοχής του Ελληνικού χώροι,στη Βαλκανική και στην ευρύτερη Μικρά Ασία (αρχαία Ιωνία), οι δυτικοί τους ονόμαζαν με υβριστική σημασία, εξ ού και Graeculi¬-Γραικύλοι ενώ αργότερα και μέχρι σήμερα την αυτονομημένη απ΄το 1832, Ελλαδική χώρα Graecia
Οι Οθωμανοί τους ΄Ελληνες που έζησαν στο 0θωμανικό κράτος τους ονόμασαν (έως σήμερα, Rum, εμφανίζοντάς τους (όπως και πρίν οι Ρωμαίοι τους «Γραικούς») παρακμιακά υποτακτικούς, τους κατοίκους όμως της Ελλάδος Unan (Ίωνες).
Καθ'όλη τη μακρόχρονη Οθωμανική δουλεία και κατά την Επανάσταση του 1821 και μετά ως τις μέρες μας, οι ΄Ελληνες αγνόησαν πώς τους καλούσαν οι άλλοι.
Στη νεώτερη εποχή ορισμένοι είδαν το πρόσωπο του Ελληνισμού όπως το καταφαγωμένο στη θάλασσα πρόσωπο του μυθολογικού Κορίνθιου Γλαύκωνα, με επάλληλα στρώματα οστράκων, κρυσταλλώσεις και ψιμμύθια, που του ειχαν «κολλήσει» ιστορικές παραδόσεις και συμπεριφορές.
Μερικοί απ’αυτούς, αρκέστηκαν στο πρόσωπο-εποικοδόμημα, αποφεύγοντας την αλληλεπίδραση βάθους και επιφάνειας (παρελθόντος και παρόντος) ή αποκόπτοντας την παράδοση απ'την εκάστοτε παροντική πραγματικότητα. 'Ηθελαν να καθαρίσουν το πρόσωπο απ΄ τα παλαιά στοιχεία (στρώματα) του κοινωνικού και πολιτιστικού βίου των Ελλήνων!. . .
Άλλοι, μέσα απ τις αποκρυσταλλώσεις, τα ψιμμύθια, τις απομιμήσεις, συνήθειες κ. ά, που ως προσωπεία παραμόρφωναν και διαστρέβλωναν ως ένα βαθμό την αυθεντικότητα του Ελληνικού προσώπου, θέλησαν να βρούν στο βάθος των πραγμάτων, ύστερα από «καθαρμούς», το ζωντανό πρόσωπο, τη γνήσια, την ατόφια, γενικά, μορφή του, αγνοώντας τη διαμορφωτική επιδραση του παρόντος. Η ιστορία ωστόσο απέδειξε, πως και υπο τις δυο εκδοχές, τέτοιου είδους προσπάθειες, κινδυνεύουν να καταστρέψουν το ίδιο το πρόσωπο και να νεκρώσουν την ίδια την αυθεντική ζωή του Ελληνισμού. Ολ'αυτά βέβαια, δεν έχουν σχέση προς την αναγκαία αποψιμμιθίωση, που στη νεώτερη εποχή, πρώτος ανέλαβε να φέρει εις πέρας ο πρωτομάρτυρας του πραγματικού εκσυγχρονισμού Ιωάννης Καποδίστριας, «βγάζοντας» στον τότε κόσμο τους 'Ελληνες.
Του έλεγε θυμοσοφικά ο Θεόδ. Κολοκοτρώνης:
-Μου χάλασες την Ελλάδα
-Γιατί, τον ρώτησε ο Κυβερνήτης
-Γιατί έπρεπε να το κάνεις 5 φράγκικο και 15 να το αφήσεις τούρκικο, μετά 20 χρόνους να το κάνεις 10 φράγκικο και να το αφήσεις 10 τούρκικο, και πάλι μετά 20 χρόνους να το κάνεις 15 φράγκικο και να το αφήσεις 5 τούρκικο, ώστε μετά άλλους τόσους χρόνους να γίνει όλο φράγκικο…
Και εννοούσε ασφαλώς, ανάμεσα στ΄ άλλα, τον αποτουρκισμό απ' τη ζωή μας (κρατική διαφθορά, διπροσωπία, ρουσφέτι, περιφρόνηση κάθε κανόνα, τεμπελιά, ανοργανωσιά, εριστικότητα, τοπικισμό, οικογενειοκρατία, ημετεροκρατία κ. τ. ό.) που αν είχε αρχίσει απο τότε, θα ήταν σε πολύ υψηλό πολιτιστικό επίπεδο η ζωή σήμερα, ώστε να μπορούν οι 'Ελληνες, όσες φορές «βγαίνουν» στον κόσμο, γενικά, ν'αντιπαραβάλλονται πρός τους άλλους μ' επιτυχία.
Δημοσιεύθηκε την 17.9.2004
***
Βγαίνοντας στ΄ανοιχτά
Του Ματθαίου Χ. Ανδρεάδη
Παρά τα όσα μέχρι τώρα, συνοπτικά βέβαια, αναπτύχθηκαν στις τελευταίες επιφυλλίδες, το ερώτημα, σχετικώς με το ειδικότερο θέμα των δυο Γνώσεων, παρέμεινε μετέωρο:
Πώς μπορούσε ο 'Ελληνας, αφ' ότου οργανώθηκε στον απελευθερωμένο ελλαδικό χώρο (στο νεοελληνικό κράτος) να βγεί ως υποκείμενο της ιστορίας, απ' τα σύμβολα και το βίωμα της ομάδος και ν'ασχοληθεί με την ατομική συνείδηση και βιοτή, ως ανεξάρτητο πρόσωπο-άτομο που, υπερβαίνοντας το στάδιο του μόχθου για την επιβίωση, όπως μέχρι τότε έκανε, και σπάζοντας το φράγμα της κοινότητος και του δοσμένου τύπου του ομαδικού του πολιτισμού, ν' αποτελέσει τον ξεχωριστό, ωθώντας προς τα εμπρός την τrνευματική και κοινωνικο-οικονομική ανάπτυξη, τη δική του και του τόπου;
Συγκεκριμένα,πώς απ'τη μετεπαναστατική εποχή και ύστερα να βγεί απ΄ την ομάδα για ν'αναπτύξει το πνεύμα του με τη δική του θεληση, λησμονώντας την εμπειρία της Ιστορίας του και ξεπερνώντας τις φοβίες του ότι είναι πάντα εκτεθειμένος στα κύματα ανορολογισμού, οπισθοδρομήσεων και βίας;
Πιο πολύ μάλιστα όταν οι μέχρι τότε αιώνες του βίου του, βασισμέοι στους προαναφερόμενους ιστορικούς λόγους, επέβαλλαν σ'αυτόν ένα τύπο κοινής αλήθειας απέναντι στον οποίο, ως πρότυπο, όφειλε και ακόμη οφείλει, ομολογία πίστεως και αντίστοιχη συμπεριφορά; Πώς, εν πάση περιπτώσει, θα μπορούσε να μορφοποιηθεί σε άτομο αυτόνομο, με αυτοπεποίθηση και ανεξαρτησία, χρησιμοποιώντας τη δική του αυτενέργεια, βάζοντας συγκεκριμένους στόχους στη ζωή του, αναπτύσσοντας δημιουργικά τις ικανότητές του και οργανώνοντας το πνεύμα του, αφού από πολλού χρόνου είχε απορρίψει τη «Γνώση της περιέργειας», όπως λέει ο Στ. Ράμφος;
Η μεγάλη εν προκειμένω, δυσκολία (όπως σοβαρά έχουν υποστηρίξει και δυτικοί σύγχρονοι ιστορικοί) οφείλεται ακριβώς στην απόρριψη αυτή, ιδιαίτερα «στη βαθειά ριζωμένη αποστροφή της Ορθόδοξης Εκκλησίας προς τη συνέπεια της λογικής» (βλ. Άρνολντ Τόϋνμπη «0ι'Ελληνες και οι κληρονομιές τους», σελ. 243).
Οι Ορθόδοξοι απαντώντας ο' αυτά διατείνονταν οτι την ανθρώπινη λογική, οι δυτικοί, δεν την ασκούν απλώς, αλλά τη λατρεύουν.
Και εκείνοι ανταπαντώντας επιχειρηματολογούσαν πως η ανθρώπινη λογική, ουσιαστικά δεν συμβολίζει τίποτε άλλο παρά την «Παλλάδα Αθηνά», δηλαδή τη συλλογική ανθρώπινη σοφία και δύναμη. Υπήρχαν ωστόσο και άλλοι, ανάμεσα στους οποίους και ο προαναφερόμενος φιλόσοφος της Ιστορίας Γκ. Μπούκχαρτ, που έκριναν οτι «οι καλλίτερες ποιότητες του Βυζαντίου διασώθηκαν μέχρι σήμερα, λόγω της συνάφειάς τους με τη θρησκεία αυτή, η οποία, ακόμη και τώρα, αξίζει ν' αποκληθεί το άλας της εκείθεν γής (...) Το πνεύμα του Ορθόδοξου κόσμου της 'Ανατολής» -όπως αυτός γράφει- «προσδίδει στον άνθρωπο, ακόμα και στις πιο θλιβερές ημέρες του πεπρωμένοι του, μια βαθειά ηρεμία, μια μετριοπάθεια, αξιοπρέπεια και ταπεινότητα, που μαρτυρούν ψυχική ισορροπία, μια βαθύτερη εσωτερική αρμονία του συναισθήματος της ζωής», σε αντίθεση –προσθέτει- προς τον δυτικό, που παρουσιάζεται «μονίμως σε έκσταση, πολυάσχολος, με σχεδόν θεατρική εμφάνιση, γεμάτος αιώνια ανησυχίες στην εσωτερική και εξωτερική του στάση, και που, παρά ταύτα προσπαθεί να την εξαναγκάσει, με σπασμωδικές προσπάθειες ν'αποκτήσει μια τεχνητή ισορροπία».
Η Ελλάδα πάντως, παρά τη γεραρή της ανθρωπιστική Ορθόδοξη παράδοση, δεν μπόρεσε να βασισθεί στην ευνοϊκή εξέλιξη, που θα της επέτρεπε ν' απελευθερώσει τις δυνάμεις κάθε προσώπου-ατόμου, για να καλύψει το χάσμα με τη δυτική πρόοδο, η οποία, κατά επιτυχημένιο χαρακτηρισμό, ως «εσπέριος καλπασμός», απέχει αιώνες απ' τα καθ' ημάς. Και έτσι το πρόβλημα για τους ΄Ελληνες παρέμεινε.
Τελευταία, βασίμως υποστηρίζεται, ιδιαίτερα απ΄τον Στ.Ράμφο, πως διέξοδος και μάλιστα συναρπαστική θα μπορούσε να βρεθεί οχι σ΄ένα γνωστό τρίτο παράγοντα, που θα είχε ίσως τον τρόπο να ισορροπήσει τις προαναφερθείσες δύο Γνώσεις, πρό παντός στην εποχή μας (η οποία φαίνεται ως η τελευταία ευκαιρία του Ελληνισμού) αλλά στην πιθανότητα, η γνώση της περιέργειας ν'αποβεί σε ικανό βαθμό, γνώση σωτηρίας. Διότι κατ'εξοχήν σήμερα (όπως προσθέτει) και σ'αντίθεση προς τα νομιζόμενα,όσο «τεχνοδομείται ο κόσμος τόσο πνευματώνεται (... Ο κόσμος τον οποίο διαμορφώνουν η επιστήμη και η τεχνική στη υλιστικότητά του ειναι συμπυκνωμένο πνεύμα. Και στον κόσμο αυτόν μπορεί να βρίσκει τη θέση του ο'Ελληνας με το 'Εχειν της Παραδόσεώς του και το Είναι της προσωπικής του δημιουργίας».
Δημοσιεύθηκε την 24η.9.2004
***
Χωρίς Αναγέννηση
Του Ματθαίου Χ.Ανδρεάδη
‘Οταν οι ΄Ελληνες κατέκτησαν την ανεξαρτησία τους, δημιουργώντας το νεοελληνικό κράτος,διαπίστωσαν πως έπρεπε ν΄αρχίσουν απ΄την αρχή,συναγωνιζόμενοι άλλους, που είχαν διανύσει πολύ μεγάλο δρόμο.Ενας νέος,κόσμος στην Ευρώπη ειχε δημιουργηθεί στον οποίο μάλιστα οι ίδιοι είχαν συντελέσει και,κατά παράδοξο τρόπο,αυτοί μόλις έβγαιναν απ’το σκοτάδι.
Οι λαοί της Ευρώπης,προπορεύονταν με μακρόχρονη  περίοδο δύο ή και τριών και πλέον αιώνων πολιτιστικής αναπτύξεως.
Πώς μπορούσαν,λοιπόν,οι ΄Ελληνες να καλύψουν ή ν’ αναπληρώσουν το κενό αυτό, χωρίς να έχουν ζήσει την Αναγέννησή τους;
Τα μνημεία του λαϊκού πολιτισμού όπως αυτά που,επι αιώνες, συνεχώς μέχρι και πρόσφατα, ζούσαν στις κοινότητες,τα συναξάρια,τα τροπάρια (βυζαντινής υμνογραφίας) τις εικόνες,αγιογραφίες και τα δημοτικά τραγούδια,τα οποία τους «πυρπολούσαν την ψυχή»,δεν μπορούσαν να συγκροτήσουν νεοελληνικό ρυθμό.΄Επρεπε το κενό να πληρωθεί.Προέκυψε ετσι ενα τεράστιο ηθικό έλειμμα με τη μορφή «κρίσεως ταυτότητος».
Σ’αυτήν ανήκαν βέβαια και η Ορθοδοξία και η Γλώσσα, που ειχαν διασώσει με την ελευθερία τους οι ΄Ελληνες ως ύψιστα πνευματικά αγαθά.
Για την Ορθοδοξία,στο πλαίσιο της εδώ προσπάθειας, έχουν ειπωθεί μερικά,σχετικά.Για τη Γλώσσα αυτά τά λίγα:
΄Ελληνες της διασποράς,απ΄το Παρίσι,τη Βιέννη,τη Βενετία,ακόμα και απ’την Οδησσό,την Κων/πολη (Φαναριώτες),τα Ιόνια νησιά (Σολωμός), κ.λ.π.,και οχι βέβαια απ’την Τρίπολη (Μωραϊτες) τα Σάλωνα (Ρουμελιώτες) κ.ά,επηρεασμένοι απ΄τον θαυμασμό των ξένων για τους αρχαίους,χωρίς να ειναι προγονολάτρες, πίστευαν πως φέρνοντας τα γράμματα και τις τέχνες (τεχνικές)στην πατρίδα,θα φώτιζαν και θ’αφύπνιζαν το γένος.Οι πιο πολλοί ήθελαν «να κατευθύνουν το ΄Εθνος δια της τεθλασμένης στην Ευρώπη». Μαζί τους ήλθαν απ΄τη Δύση ο Διαφωτισμός και ο Ορθολογισμός,καθώς και ο γλωσσικός αττικισμός,με την καθαρεύουσα.
Και έγραψαν τα Συντάγματα και τους νόμους στη γλώσσα αυτή,που καθιερώθηκε στη γραφειοκρατία και στην παιδεία.
Οι αγρότες και οι μαχητές βγήκαν,στη συντριπτική τους πλειοψηφία,απ΄τον μεγάλο Αγώνα,αμόρφωτοι.Η γλώσσα τους (καθομιλούμενη και γραφομένη), εν πολλοίς «ζωγραφική κουβέντα,με θέρμη και ύφος ως δική τους παλλόμενη καθαρεύουσα»,ηταν φτωχή,καταβασανισμένη και «βαρβαρωμένη» (με πολλά ξένα στοιχεία).Ιδού δείγματα γραφής,από «γραμματισμένους» αγωνιστές:
α)Ευγενέστατε ΄Επαρχε της Κορίνθου κύρηε Λάμπρου
Σε ηδοπηούμε ωτι ο στρατιγός Νικήτας εχθές έπέρασε δια Τερβένια με εξήντα στρατιωτας.Σημερις επέρασε και ο Βούργαρης και Ζαχαρόπουλος με εξακοσίους καί μας εζήτι ζαχαρέ (σημ.ζαερέ,τροφοδοσία) και ειχαμε μερηκα δια το ορδι τό έδικό μας και τούς εδοσαμεν διακοσίους πενήντα οκάδες.Και δια τουτο σάς εφανερονομε ωτι εδω ζαχηρέ δεν έχομεν.Τα στρατεύματα θα απεράσουν ωλά απεδώ και αν δεν εύρεθη ταείνι,πρέπη νά άνήξουν εις στά χοργία νά τα έρημάξουν και χριαζητε εικονομιαν να γενη φούρνος ιγη στά Σοεικά ίγη στο Μετόχη ει οπού κρηθί εύλγο,ώτι έδω τά χοργία δεν εχούν αλόνια μηνα μόνον ει Πηάδα και εφετο το επηράμε.Και τα χοργιά ακούοντας τα προχθεσινά έσκορπίσαν και εδο.Κάτα τό παρόν δεν εχούμεν και σάς δίνομεν ειδησήν δια να γένη εικονομία και νά κατεβί και ό φροντιστής νά ηκονομηση τα πράγματα.Ταφτά και μενομεν.1823,Ηουνίου 14,Αλάμινη. Ηποχιλιαρχος Χα Γιάννης Μετζέλος Αναγνόστης του Λογοθέτου».
β)«Τον καπετανέον όπου ευρίσκονται εις κόρινθον-Εις κόρινθον,εις εσάς καπετανέοι.
ίδά νά μεσιμιόνετε ότι τής πρό άλες όπού ήλθα αύτού μού έδόσετε άπογραφές μέ γράμματά σας διά τό κάστρο,ότι νά μήν τό παραδόσετε κάν ενού ήμει τής νομίμης διϊκίσεος.καί ίδά νά μού φανεςρόνεται ότι εγνορισάται τήν διϊκισιν μόνι σας ότι νά τής δόσεται καί τό καστρό,άν σάς περάση άπό τό χέρι σας(...)όμος θακάμω τό χρεοσμού είς έσάς μάλιστα έσίς όπού ήσάς τε κοντινή έσί παπά νίκα και χατζλη και άπλιωτή όπού ήσάς τε αύτού καί θά σάς κάψω τά οσπιτιάσας όλουνού καί λάβεται καί τό γράμα τού πατύρ μου είς τήν άπόφασήν του(...) 2:μαρτίου: κλιμέντι 1824:Ιωάννης Θ. Κολοκοτρώνης»
Η αντίδραση πρός αυτή τη μορφή της γλώσσας ονομάσθηκε «καθαρευουσιανισμός», και το κίνημα κατά του «καθαρευουσιανισμού» δημοτικισμός. Και η μία βέβαια και το άλλο δεν ήλθαν εκ των κάτω αλλά εκ των άνω (από λογίους),το δεύτερο μάλιστα δεν βρήκε απήχηση στον λαό, αλλά μάλλον φιλυποψία και εχθρότητα,αφού του έθιγε το μύθο,την πίστη στην αιώνια Ελλάδα.
Δημοσιεύθηκε την 1η.10.2004
***
Οι λωτοφάγοι και ο ράφτης
Του Ματθαίου Χ. Ανδρεάδη
‘Οσο μελετά κανείς την Ελληνική ιστορία, ιδιαίτερα της νεώτερης εποχής, τόσο πείθεται, ότι τους ΄Ελληνες, όπως άλλωστε έχει σημειωθεί, δεν τους ζημίωσαν οι εθνικοί διχασμοί όσο η αδυναμία τους να πέφτουν, αυτοί που θεωρούν το εαυτό τους ως ένα απ'τους πιό έξυπνους λαούς του κόσμου,κατ΄εξακολούθηση θύματα των μεγαλυτέρων παρανοήσεων ή μύθων.
α)΄Ενας απ’τους μύθους αυτούς υπήρξε και η αξίωσή τους, συνήθως σε καιρούς παρακμής, να τιμώνται (όπως έκπληκτος διεπίστωνε και ο Διονύσιος ο Αλικαρνασσέας στη εποχή του) «μη δι'εαυτούς αλλά δια την δόξαν των προγόνων».
Η επίκληση των ιστορικών τίτλων του παρελθόντος του έθνους τους γίνηκε και στη νεώτερη εποχή επί σειρά ετών, επειδή δείχνονταν ανίκανοι να κυβερνηθούν δημιουργικά.
Κατά τον ιστορικό Κ.Παπαρρηγόπουλο (βλ.τέλος προλόγου Α'τόμου της Ιστορίας του) «οι τίτλοι αυτοί, όταν δεν βεβαιώνωνται εις την καθημερινήν πράξιν, καταντούν άχρηστοι, ή δυσβάστακτον βάρος».
β) Στους νεώτερους χρόνους, όταν αναπτύχθηκαν οι ξένοι λαοί σε όλους τους τομείς της ζωής, οι ‘Ελληνες πάλι εμφάνισαν τη λεγόμενη «ξενομανία» (συνέπεια των συμπλεγμάτων υποτέλειας, φοβίας και ρωμαντισμού), που είναι συναφής με τον λεγόμενο «φιλελληνισμό».Η ιδρυτική πράξη του νεοελληνικού κρατιδίου βρήκε τους νεοέλληνες χωρισμένους σε τρεις παρατάξεις, τους Αγγλόφιλους, τους Γαλλόφι¬λους και του Ρωσόφιλους, ενώ τους δυτικούς «φιλέλληνες» τους έβλεπαν, οιονεί, υποχρεωμένους προς αυτούς.
Στις διεθνείς σχέσεις τον «φιλελληνισμό» (που σε πολύ δύσκολες καταστάσεις σήμαινε και φιλανθρωπία) όπως και τον λεγόμενο «ανθελληνισμό», δεν μπόρεσαν να τους κατανοήσουν ως εξυπηρέτηση, στην πρώτη περίπτωση, αμοιβαίων (Ελληνικών και ξένων) συμφερόντων  και στη δεύτερη μονομερών σιμφερόντων των ξένων. ‘Οτι γενικά έρχονται οι άλλοι (ή δεν έρχονται) όχι γιατί μας αγαπούν ως «φιλέλληνες» (ή μας μισούν ως ανθέλληνες), αλλά γιατί μας δίνουν επειδή μας χρειάζονται και εμείς τους δίνουμε τ'αντίστοιχα ανταλλάγματα για τους έχουμε ανάγκη.
Έχει διαπιστωθεί πως αν οι ΄Ελληνες διατηρούσαν όλες τις αδυναμίες τους, αλλά απαλλάσσονταν απ΄την ξενομανία, δεν θα είχαν υποστεί τα όσα δεινά υπέστησαν στην ιστορία τους, ούτε θα πλήρωναν όλους τους μεταξύ των τριων προστατίδων δυνάμεων ανταγωνισμούς, δηλαδή άλλοι τη φιλία των ΄Αγγλων, άλλοι των Ρώσων, άλλοι των Γερμανών και ενδεχομένως άλλοι των Αμερικανών, ωστε στο τέλος η Ελλάδα να έχει φτάσει να πληρώσει πιο πολλά απ' ο,τι εισέπραξε (όχι μόνο στο υλικό πεδίο).
Το βάρος οποιασδήποτε ξένης επεμβάσεως, κάτω από όποια δικαιολογία και με οποιοδήποτε τύπο, σε τελική ανάλυση, έχει συνέπειες και μακροπρόθεσμα. ΄Ώστε το κακό που έγινε να μη μπορεί να συγκριθεί με καμμιά συμφορά. Η καταφυγή στους ξένους χαρακτηρίζει εποχή παρακμής. Ωστόσο,σημειώνεται εδώ πως οι ΄Ελληνες απ'τα παμπάλαια χρόνια μέχρι και σήμερα δεν έπαυαν να γοητεύονται απ' τους ξένους, όταν λόγου χάρη, έφθαναν:
Είτε, αρχετυπικά στη χώρα των «Λωτοφάγων», όπως οι σύντροφοι του Ομηρικού Οδυσσέα, που βρέθηκαν στην ξένη, όπου «...λωτό μόνο τους έδωσαν να φάνε, καί εκείνοι πίσω να μείνουν ήθελαν κοντά στους Λωτοφάγους, λωτό να τρώνε τη γλυκειά πατρίδα λησμονώντας».
Είτε κατά τη νεώτερη εποχή (απ'τη βαυαροκρατία καi εφεξής) στην ΄Εσπερία, απ΄ όπου μετέφεραν στον τόπο τους, «ο γερμανομαθημένος αρχιτέκτονας απ'τη Γερμανία δείγματα σπιτιών, ο γαλλομαθημένος ράφτης μόδες, ο φραγκοπασαλειμμένος νομικός νόμους και ο διαβασμένος ποιητής στίχους ρομαντικούς», σύμφωνα, ασφαλώς, προς τη μόδα και τα ρεύματα της εποχής εκείνης. 'Η ακόμη στη χώρα της Ου-τοπίας (στους σύγχρονους, προ παντός, καιρούς) με τα εισαγόμενα ατελώνιστα, εκτός των άλλων, ιδεολογικά ξυλοκέρατα στη χώρα τους, τα οποία, επί πολλές δεκαετίες και σε μεγάλες ποσότητες, κατάπιναν αμάσητα, αγνοώντας παντελώς την Ελληνική πραγματικότητα, με αποτέλεσμα οι καυχώμενοι πως γνώριζαν να διαβάζουν τα σημεία των καιρών και τα πράγματα του τόπου, να επιδιώξουν και με τη βία εν ανάγκη να προσδιορίσουν τον ατομικό και το συλλογικό τους βίο, με τις εντεύθεν οδυνηρές για όλους (λόγω αποτυχίας, βέβαια...) παρενέργειες.
Για ορισμένους πάντως η πραγματικότητα σήμερα του σχηματισμού σε παγκόσμια κλίμακα ομάδων ή οικογενειών κρατών, όπως η Ευρωπαϊκή Ενωση, πρός την οποία έχει στοιχηθεί η Ελλάδα από χρόνια, προκαλεί το ερώτημα αν εξάλειψε όλα τα παραπάνω. Και θα δούμε, σχετικά.
Δημοσιεύθηκε την 8η.10.2004
***
Η καχεκτική «αναγέννηση»
Του Ματθαίου Χ.Ανδρεάδη
Στη Δύση,είναι διαπιστωμένο,χωρίς τους αρχαίους ΄Ελληνες φιλοσόφους δεν θα υπήρχε «Αναγέννηση»,και χωρίς τους Άγγλους φιλοσόφους και των Γάλλους Εγκυκλοπαιδιστές, δεν θα υπήρχε αστική κοινωνία.
Για το πρώτο απ΄τά δυο αυτα ζητήματα,που δεκα ετίες τώρα,αφορούν στους ΄Ελληνες,έχω σημειώσει ελάχιστα σχετικά εδώ και θα χρειαστεί αργότερα να προστεθούν και άλλα.Για το δεύτερο περισσσότερα,ίσως.
Προκαταρκτικά μόνο τίθεται το ερώτημα,που απ’τα μετεπαναστατικά χρόνια μέχρι και πρόσφατα,μας αφορά άμεσα:
Αν στην Εσπερία ο φεουδαρχισμός (κύρια χαρακτηριστικά του η ακίνητη περιουσία και οι σταθερές του αξίες) αντικαταστάθηκε απ΄τους αστούς (κύρια χαρακτηριστικά τους η παράγωγη,ήτοι κινητή περιουσία,αστάθεια, προσωρινότητα,επαγγελματική αξία και τιμή,ατομικισμός, ρευστότητα,διαρκής μεταρρύθμιση, υπολογιστικότητα, ελευθερία, σκοπιμότητα, ισοπεδωτισμός,υλικές αξίες, «δύναμις δια του πλούτου» κ.λ.π),ποιοί άρά γε ήσαν ή μπορούσαν να ειναι οι νεώτεροι ΄Ελληνες,που θα διαδραμάτιζαν ουσιαστικό αναγεννησιακό ρόλο στις εξελίξεις του μετεπαναστατικού΄Ελληνισμού, μελετώντας «τους καιρούς,τά πράγματα,τις περιστάσεις,τό έδαφος,το κλίμα,την ιστορία και τους κατοίκους» της χώρας αυτης και οχι απλώς αντιγράφοντας τους δυτικούς;
Υποστηρίχθηκαν διάφορες απόψεις,άλλες σοβαρές άλλες οχι.
Ειναι αλήθεια πως η νεώτερη Ελλάδα ξεκίνησε με τους Φαναριώτες,τους Κοντζαμπάσηδες,τη μεγάλη τάξη των αγροτών-αγωνιστών καθώς και τους λίγους εμπόρους-επαγγελματίες.
Ησαν όμως αυτοι «φεουδάρχες» και συγκροτούσαν τους πρώτους νεοέλλληνες αστούς; Και ίσχυαν άραγε,στην περίπτωσή τους, τα δυτικά πρότυπα; Θα δούμε.σχετικά.
Εδω πάντως σημειώνεται πως,χωρίς να εξετασθεί σε βάθος η νεοελληνική πραγματικότητα,ευθύς εξ αρχής ξέσπασε διαμάχη,ανάμεσα στους δυτικόφρονες ΄Ελληνες, που υποστήριζαν πως «απωλώλαμεν, διότι παρηκολουθή σαμεν τυφλώς την Βυζαντινήν παράδοσιν», νοώντας οτι έπρεπε να συγκροτήσουμε τον κοινωνικό και δημόσιο βίο μας έτσι με τά «εξ Εσπερίας» πρότυπα,όπως ορθολογιστικούς θεσμούς και αντίστοιχα όργανα δημόσιας ζωής «έστω και αν η Ελλάς γίνη φράγκικο» (όπως υπογράμμιζε ο Αδαμάντιος Κοραής, που γι’αυτό κατηγορήθηκε οτι έθεσε στην κεφαλή των Ελλήνων «τον μισητόν δυτικόν πίλον» με την περίφημη φράση του:«Την Ευρώπην μιμηθήτε,την Ευρώπην μελετήσατε,απο την Ευρώπην θεσμούς και νομοθέτας ζητήσατε» ως πανάκεια «δια τη ίασιν των αναριθμήτων της Ελληνικής φυλής πληγών!») και απ’την άλλη μεριά στους λεγόμενους Ελληνοκεντρικούς και προ παντός τους Ελληνοανατολίτες οι οποίοι μάχονταν για τις πάτριες παραδόσεις και την Ορθοδοξία (που αναμφισβήτητα έχει σφραγίσει,βαθειά,την ιδιοπροσωπεία και την ταυτότητα του σύγχρονου Ελληνι σμού) στηριζόμενοι στον λαογενή τύπο του «Ρωμηού» με τη διφυή του υπόσταση(ατομιστής και αυταρχικός,καθ’εαυτόν αντιαυθεντικός και συγχρόνως ομαδιστής, με ολες τις συνέπειες και στις δυο περιπτώσεις).
Η διαμάχη που ξέσπασε (και δεν φαίνεται να εχει λήξει ακόμη...) προκάλεσε απώλεια δυνάμεων και χρόνου οργανώσεως του βίου,πρό παντός εξαφάνισε την ευκαιρία να συνεργασθούν οι παραδόσεις με τις ευρωπαϊκές εξελίξεις δημιουργικά στον Ελληνικό χώρο,στο ιστορικό αυτό σταυροδρόμι,όπου συναντώνται η Ανατολή και η Δύση.
Οι νεώτεροι ΄Ελληνες υποχρεωμένοι,οπως είδαμε, να φτάσουν στο σημείο κατασταλάξεώς τους,πρέπει να ειπωθεί, προχώρησαν χωρίς να περάσουν απ΄την Αναγέννηση. Δημιούργησαν τη δική τους καθυστερημένη και καχε κτική αναγέννηση και στά δυο κολοσσιαία αυτά προβλήματα,που απο παλαιά απασχόλησαν τη Δύση.
Στην πλειονότητά τους,εκτός ορισμένων που εξεδήλωναν τάσεις προσωπικής αυτονομίας,αναπτύσσοντας δική τους δραστηριότητα,δεν τα κατάφεραν.Δεν βρήκαν ανταπόκριση οι κατά καιρούς,πρός τούτο, καταβαλλόμενες προσπάθειες μερικών να οργανώσουν ορθολογιστικά τον υπανάπτυκτο κοινωνικό και δημόσιο βίο των Ελλήνων και να λύσουν ζωτικά τους προβλήματα,με αποτέλεσμα ν’αναγκάζονται κάθε φορά σαν τον Κορίνθιο Σί συφο να επιστρέφουν, καταφεύγοντας ξανά στην «αυθεντία» του προσωποπαγούς μικρού ή μεγάλου ομαδικού.Και να βλέπουν έτσι με το ενα μάτι στην Ανατολή και το άλλο στη Δύση,με εκφραστικό τους σύμβολο τον Δικέφαλο αητό «οχι τόσο ως ανάμνηση του χαμένου βυζαντινού μεγαλείου,οσο ως ευτυχής συμβολισμός της συγκατοικήσεως ανατολικού και δυτικού στην ταυτοτητά μας».
Δημοσιεύθηκε την 29η 10.2004
***
Ο αστισμός και το «δοβλέτι»
Του Ματθαίου Χ.Ανδρεάδη
Η Ελλάδα μετεπαναστατικά υπήρξε αραιοκατοικημένη χώρα (24 κάτοικοι ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο το 1861,ενω στην Ευρώπη, κατά μέσο όρο 120). Σε 146. 058, συνολικά, οικογένειες, οι 1, 9%, δηλαδή 2. 775 απ'αυτές, κατείχαν σημαντικές εκτάσεις γης, 31, 6% ήτοι 46. 154 ησαν μικροϊδιοκτήτες και το 66, 5%, δηλαδή 97. 129 οικογένειες ήσαν ακτήμονες. Αστικά κέντρα υπήρχαν λίγα, με ελάχιστο πληθυσμό, ωστε «μήτε η γεωργία ανήκεν αποκλειστικώς εις τά χωρία, ουδέ η βιομηχανία και το εμπόριον εις τάς πόλεις». Τα προϊόντα που παράγονταν «δια της ανθρωπίνης εργασίας, ήτοι γεωργικά, οιον δημητριακοί καρποί, σταφύλια κλπ», κατά νόμο της Οθωνικής περιόδου, χαρακτηρίζονταν «βιομηχανικά» (απ' το ρ. «μηχανάομαι-ώμαι», όπως λελει ο Καργάκος, επινοώ για να εξασφαλίσω, μοχθώντας, τον βίο μου),το ίδιο και η «μεταξοκλωσία, η ναυτιλία και η βυρσοδεψία...».
Στην Ευρώπη την ιδια εποχή και απο καιρό, κυριαρχούσε η αστική τάξη, που ειχε αντικαταστήσει τον Φεουδαρχισμό, κύρια χαρακτηριστικά του οποίου ήσαν, εκτός των άλλων, η τιμή των όπλων, η ιεραρχία,η πειθαρχία,ηδιάρκεια, η σταθερότητα, η αργή μεταβολή των θεσμών,ο συγκεντρωτισμός, η ανισότητα, ο αυθορμητισμός, ο διαφορισμός, ο ηρωϊσμός, η φιλοδοξία, ο ιπποτισμός, ο ρωμαντισμός, ο «πλούτος δια της δυνάμεως» κ. ά. Η αστική τάξη ειχε τις δικές της αξίες, οπως τιμή των εμπορευμάτων, αστάθεια, αποκεντρωτισμό, ωφελιμισμό, ισότητα, ισοπέδωση, υλιστικούς στόχους, «δύναμη δια του πλούτου» κ. ά, στηριζόμενη στις αντίστοιχες αρχές, οπως η «αγία οικονομία» (βάση της πουριτανικής ηθικής του Καλβίνου που όριζε: «Πλουτίζετε δια της εγκρατείας, τούτο αποτελεί Θεία επιβράβευση, η φτώχεια Θεία καταδίκη»), ο ορθολογισμός, ο ρεαλισμός, η σκοπιμότητα, η υπολογιστικότητα, η χρησιμοθηρία, η εμπορική ηθική, ο συμβατισμάς, ο συμμορφισμός, η υλική ευημερία κ.ά. Ιδρυτικές ομάδες της τάξεως αυτης (των οποίων η οργανωτική ικανότητα προήλθε απ΄τη φεουδαρχία) ήσαν ληστές, πειρατές και τυχοδιώκτες, οι ίδιοι οι φεουδάρχες, οι εξ αυτων προερχόμενοι υπαλληλοί τους, οι κερδοσκόποι, οι έμποροι, οι χειροτέχνες κ.ά.
Η μορφή οργανώσεως των δυτικών κοινωνιών πέρασε, ιστο ρικά, απ΄τον ιδιωτικό καπιταλισμό (lessaiz faire, laissez passe), στον κρατισμό και από εκει και μέχρι πρόσφατα, στον ανατολικό κρατικό καπιταλισμό. Το πρώτο διάστημα της ισχύος του, το δυτικό κράτος στηριζόμενο στην ελεύθερη οικονομία, δεν επενέβαινε στις σχέσεις κεφαλαίου και εργασίας, απουσίαζε απ' τις ιδιωτικές υποθέσεις. Και η αστική τάξη αρνήθηκε ν' ασκήσει τις ικανότητες και λειτουργίες του δημοσίου. Περιορίσθηκε στον οικονομικό και ιδιωτικό τομέα.
Στη μετεπαναστατική Ελλάδα και αργότερα, με κυρίαρχη τη μεγάλη μάζα των αγροτών-αγωνιστών, πρωταγωνιστικό ρόλο διαδραμάτισαν οι Φαναριώτες,  ο Κοτζαμπασισμός και ο ληστοτρόφος κομματισμός. Μέχρι τέλους του 19ου αιώνος, ο αγροτικός κόσμος, ούτως ή άλλως, υπερείχε αριθμητικά των ελαχίστων αστών.
Στην Κορινθία, λ. χ., το 1861 επι 12. 054 εργαζομένων (και σε πληθυσμό 37. 409 κατοίκων) γεωργοί ήσαν 7. 785, κτηματίες 851, μικρέμποροι144, «βιομήχανοι» 10 και εργάτες 1. 291 (ουσιαστικά αγρεργάτες, υπηρέτες κ.ά), ενω υπάλληλοι ήσαν, δημόσιοι 76 και δημοτικοί 260.
α)Οι Φαναριώτες, πλασμένοι απ την ίδια «ηθική ζύμη εξ΄ ης είχον κατ' ουσίαν πλασθή και οι εν Πελοποννήσω Κοντζαμπασήδες», κατά τον Δημ. Βερναδάκη, έναντι αυτών ησαν «φύσει και θέσει μεγαλοπραγμονέστεροι, ως εκ μαθήσεως δε και πείρας, πτυχιούχοι διδάκτορες», επιδιώκοντας «την πλείστην εξουσίαν».
β)Οι Κοτζαμπάσηδες (λ. τούρκικη που σήμαινε τούς άρχοντες της επαρχίας, τους προύχοντες, ιδιαίτερα στο Μωρηά) επι μεν Τουρκοκρατίας, εκλεγόμενοι, έργο είχαν την είσπραξη των δοσιμάτων-φόρων κλπ καθώς και των έκτάκτων έξόδων, κρίνοντας και τις υποθέσεις των ραγιάδων, μεταπελευθερωτικά δε, κατά τον Δημ. Βερναρδάκη πάλι, «ως γνήσια τέκνα του πατροπαραδότου και απο της Ελλάδος δυσεξαλείπτου μικροτοπικού πνεύματος, φύσει πρός το ραδιουργείν απάντων των Ελλήνων δεξιώτατοι, μη τυχόντες ομως ανωτέρας μαθήσεως», έναντι των Φαναριωτών ησαν «πεζοί παρά Λύδιον άρμα ιχνέοντες».
γ)Ο ληστοτρόφος κομματισμός αφορά στους 'Ελληνες, ποι στην πλειονότητά τους απέβλεπαν στο «δοβλέτι», ήτοι στο κράτος Στην Ελλάδα, λοιπόν, των εθνικών ευεργετών (που αντικατέστησαν εξ αρχής, την ανύπακρτη ή χειμαζόμενη υγιή ανταγωνιστικότητα) δεν υπήρξε, για πολύ καιρό, οργανωμένη και κατά τα δυτικά πρότυπα αστική τάξη.
Δημοσιεύθηκε την 5η.11.2004
***
Απ΄τον «δοβλετισμό» στην υπερορία
Ματθαίου Χ. Ανδρεάδη
Υποστηρίζεται σοβαρά απο συγχρόνους και υπεύθυνους ιστορικούς και κοινωνιολόγους, πως ο δημόσιος βίος της χώρας, άφ'ότου η Ελλάδα, πριν από 180 περίπου χρόνια ανακηρύχθηκε άνεξάρτητο κράτος, δεινοπάθησε, και θεσμικά, και όργανωτικά καί προ παντός πολιτικά, και ειναι αλήθεια.
Απ'αρχής, οι πολλές του γεωργού, του χειροτέχνη και του βιοτέχνη-μικρεμπόρου καταθλίψεις, η ελλειψη δηλαδή πόρων, λόγω ανυπαρξίας οικονομικού τομέα στον ιδιωτικό χώρο (ουσιαστικά αδυναμίας εξευρέσεως μέσων παραγωγής και αναπτύξεως) παρώθησαν σχεδόν όλους στο δημόσιο, όπου και «δια το αμέριμνον και εύκολον του υπαλληλικού βίου», όπως έγραφε σαρκαστικά Εμμανουήλ Ροϊδης, «πάντες κατά θαυμαστήν συμφωνίαν», ήθελαν «το αυτό πράγμα:Να τρέφωνται δαπάνη του δημοσίου». Και πρός την κατεύθυση αυτή προσανατολίσθηκε τότε ο κομματικός και πολιτικός βίος, πρωταρχικό μέλημα του οποίου, ηταν η προσκόλληση των ψηφοφόρων στις υπηρεσίες του κράτους, κατά κύριο λόγο, ήτοι στο «γκουβέρνο» (τη διοίκηση).
Η Ελλάδα με υπερεξογκωμένο κρατισμό (δημοσιοϋπαλληλισμό) και χωρίς κρατικοποιήσεις ή κρατικοποιημένες ιδιωτικές επιχειρήσεις (που ησαν ελάχιστες, άλλωστε), κατέληξε στον «δοβλετισμό», που απέβη ο κύριος σκοπός και αποστολή του κομματισμού, γενικά. Ο οποίος και κυριάρχησε, γιατί ο πολίτης μη μπορώντας να λύσει τα ζωτικά του προβλήματα στη θεσμικά υπανάπτυκτη, την εποχή εκείνη, οργάνωση του δημοσίου βίου (στον υποτυπώδη άλλωστε, κρατικό μηχανισμό), κατέφευγε, ως πελάτης, στον εκάστοτε κατέχοντα την εξουσία κομματάρχη, τον οποίο θεωρούσε ως εκπρόσωπο της «αποδοτικότητος» του δημοσίου βίου. Και έπραττε τούτο ο 'Ελληνας πολίτης, όχι γιατί δεν πίστευε στην ανάγκη ενός καλά οργανωμένου, θεσμικά και λειτουργικά, δημόσιου βίου, αλλά ακριβώς για τον λόγο ότι δεν λειτουργούσαν υγιώς και αποτελεσματικά οι υποτυπώδεις αυτοι θεσμοί.
'Επειδή λοιπόν η χώρα δέν είχε φθάσει ακόμη σε ικανοποιητικό βαθμό αναπτύξεως, με αποτέλεσμα το χαμηλό έπίπεδο λειτουργίας πολλών ζωτικών τομέων του ιδιωτικού και δημόσιου βίου, μπορεί να λεχθεί ότι ο 'Ελληνας κατέφευγε στους κρατούντες κομματικούς φορείς, για τον διο λόγο και καθ'όμοιο τρόπο με τον οποιο κατέφευγε, παλαιότερα, ο ασθε¬νής στον «κομπογιαννίτη» οταν δεν υπήρχε ή δεν μπορούσε γιατρός να τον θεραπεύσει.
Αυτά ολα συνιστούν τα πρώτα βασικά προβλήματα της νεώτερης ιστορίας του τόπου και δίνουν την αφορμή να μελετηθεί η πολιτική συμπεριφορά και των πολιτικών πρός τον 'Ελληνικό λαό και των Ελλήνων ως ψηφοφόρων προς τους πολιτικούς.
Πρώτη διαπίστωση:Μεγάλες μεριδες του λαού, κατά τον πολυετή κομματικό μας βίο, πολλές φορές έξαπατήθηκαν και διαβοκουλήθηκαν άπο δημαγωγούς και λαοπλάνους.Μεγαλόστομες αρχές άποδείχθηκαιν κίβδηλες στην πράξη και απατηλές. Η άσκηση του πολιτικού και κομματικού παιγνιδιού, για δεκαετίες, δεν συνέβαλε στην εξύψωση των πολιτικών ηθών, αντιθέτως μετέβαλε την Ελλάδα «εις πανδroμόνιον διχονοίας και κομματικών παθών, των οποίων αρχή και τελος ήτο η αχαλίνωτος και ανερυθρίαστος ιδιοτέλεια», που δεν άφησε τον τόπο να ορθοποδήσει. Παγιώθηκαν έτσι νοσηρές, βίαιες και άνομες καταστάσεις.
Διαπίστωση δευτέρα: Οι ΄Ελληνες, πολλά «παθόντες και μαθόντες», οχι μια φορά, έπραξαν όπως οι αρχαίοι 'Αθηναίοι, οταν, όσες φορές η πόλη τους μαστιζόταν από μίασμα, μαγγανεία δαιμόνων, αμαρτίες και γενικά αιπό κακοποιά στοιχεία, προέβαιναν, για λόγους καθαρμού, στην άποπομπή απ'τό Αστυ, κατά μήνα Θαργηλιώνα, μεταξύ άλλων και δύο άνδρών. ('Εθιμο πού θυμίζει τον αποπομπαίο τράγο, και συνειρμικά, παραπέμπει στον οστρακισμό, ο οποίος, ως άρχετυπικό φαινόμενο της 'Ελληνικής Ιστορίας, επανέρχεται κατά περιόδους στο δημόσιο βίο της νεώτερης και σύγχρονης Ελλάδος, έστω και με διαφορετική μορφή).
Αξιόλογοι της εποχής πολιτικοί, όπως Αλεξ. Κουμουδούρος, Χαριλ. Τρικούπης και άλλοι νεώτεροι δημόσιοι άνδρες, χρειάσθηκε να καταβάλλουν, προκειμένου ν αναχαιτίσουν και τελικά να ξεπεράσουν, κατά τις απαιτήσεις των καιρών, τη νοσηρή αυτή κατάσταση, τιτάνιες προσπάθειες, που έφτασαν μέχρι παραδειγματικής πολιτικής αυτοθυσίας-υπερορίας (θάνατος στα ξένα κ. ά. ).
Γενικά, μπορεί να λεχθεί πως η κομματική και πολιτική συμπεριφορά της συντριπτικής πλειοψηφίας του Ελληνικού λαού υπήρξε ανάλογη προς το επίπεδο του οικονομικού και του δημοσίου βίου, και θα δούμε λεπτομερέστερα στη συνέχεια.
Δημοσιεύθηκε την 12η.11.2004
***
Οι νεοέλληνες και οι Ευρωπαίοι
Ματθαίου Χ. Ανδρεάδη
Η 'Ελλάδα, καθ'όλο τον 19ο αιώνα, συνέχιζε να παραμένει παραδοσιακή κοινωνία. ΄Οπως διαπίστωνε το 1873 ο Αμερικανός πρεσβευτής στην Αθήνα Κάρολος Τάκερμαν, η χώρα «δεν είχε αποσείσει τις αλυσίδες της ανατολικής δουλείας, τα πάντα (εδώ) ήσαν αρχέτυπα και οπισθοδρομικά, 'Οπως επί τουρκοκρατίας...». ΄Ισχυαν ως εκ τούτου παραδοσιακές αρχές και αξίες, δεν υπήρχε όμως, όπως προέκυπτε απ'τα πράγματα, κοινωνικοταξικό πρόβλημα και οικονομική αιτιοκρατία, ενώ κυριαρχούσε ο πατριωτισμός (αλυτρωτικός και αμυντικός).
Στις δυτικές κοινωνίες την ίδια εποχή είχαν εδραιωθεί όλα όσα απετέλεσαν στη συνέχεια τις βασικές αιτίες για τον δυναμισμό τους,δηλαδή, ανάμεσα στ'άλλα, η απελευθέρωση της σκέψεως, το διαζύγιο της κοινότητος θρησκευτικής πίστεως απ' την κοινότητα των δεσμών αίματος, η δημιουργία κοινωνικής τάξεως η οποία υπήρξε ο εμπνευστής δυναμικής αναπτύξεως, η ιδρυση και οργάνωση συγχρόνου κράτους και η ορθολογική θεώρηση της οικονομικής ζωής. Και εκεί ίσχυαν την εποχή αυτή η πίστη στις παραδόσεις και στις ανθρώπινες αξίες, στη γλώσσα και στα έθιμά τους κ. ά., ισχυροί δηλαδή συναισθηματικοί δεσμοί, και εφαρμοζόταν επεκτεινόμενη ευρύτερα, κατά το δυνατόν, η θεωρία για αλληλοβοήθεια και εμπιστοσύνη προς την αξία της ζωής και φυσικά ο πατριωτισμός, τον οποίο μαζί με άλλα εννοούσαν ως άρρηκτο δεσμό με τον γενέθλιο τόπο ή τη συνοικία όπου ζούσε τόσο ο οδοκαθαριστής όσο και ο πλούσιος, λόγου χάρη στην Αγγλία.Οι ίδιες σχεδόν αξίες και παραδόσεις βρίσκονταν και σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, σε βαθμό μάλιστα, ώστε για τους λαούς εκείνους, το να στραφείς εναντίον των δεσμών αυτών ήταν,όπως διακηρύσσονταν, σαν να στρέφεσαι κατά της ανθρώπινης φύσεως. Ολ'αυτά αποτελούσαν βασικά συστατικά στοιχεία των συνεχώς διευρυνόμενων ανθρώπινων δικαιωμάτων, με πρώτη την κοιτίδα του σύγχρονου κοινοβουλευτισμού,την Αγγλία, όπου 574 χρόνια πριν απ'τη Γαλλική'Επανάσταση του 1789, είχαν αρχίσει να παραχωρούνται οι συνταγματικές ελευθερίες με τη Magna Charta, το Habeas Corpus, τα αλλεπάλληλα Acta κλπ. Και είχαν ριζώσει οι αρχές αυτές και οι αξίες στο κοινό Ευρωπαϊκό έδαφος, (καλλιεργημένο αιώνες πριν) απ'το 'Ελληνορωμαϊκό πνεύμα, τη δισχιλιετή Χριστιανική ηθική και μετέπειτα το Δυτικό φιλελευθερισμό. Και οι βασικές αυτές αρχές,συνέχισαν ν'αποτελούν αμετακίνητο πόλο, που επέτρεψε στους λαούς αυτούς να αφομοιώνουν ειρηνικά τις εκάστοτε εξελίξεις, χωρίς να παρασύρονται σε καταστροφή απ'τις αλλεπάλληλες κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές θύελλες. Αυτά τα δέχονταν ακόμη και εκείνοι, που γαλουχημένοι απ' τον μαστό του διεθνισμού (ουσιαστικά ένα είδος ανθρωπιστικής παγκοσμιότητας,τότε) δεν έπαυαν να διακηρύσσουν την πίστη τους στον πατριωτισμό, στα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα και στις δημοκρατικές ελευθερίες. ΄Εχοντας όλα αυτά υπ'όψη του (και όχι βέβαια θεωρίες που ασφαλώς εισάγονταν και στη χώρα μας απ'την 'Εσπερία) ποιός απ' τους παρ'ημίν κρατούντες μπορούσε τότε ν'αρθώσει ουσιώδη λόγο; Αφού η χώρα από πλευράς πολιτικής οργανώσεως, ήταν ένα έθνος, όπως έγραφε ο Κάρολος Τάκερμαν, «πολιτικών άνευ κόμματος,διαφόρων γνωμών άνευ κοινής γνώμης, χωρίς συγκέντρωση, ούτως ειπείν, γενικών αρχών, ενότητα δυνάμεως, έκφραση κοινής θελήσεως»;
Στην 'Ελλάδα (πρόσθετε) «ευκολώτερα ενεργείς πολιτική παρά κοινωνική επανάσταση. Δημόσια συνελευση σε χωριό ή σε οποιαδήποτε πόλη, μικρή ή μεγάλη, που να συγκροτείται από εργαζόμενους και επιχειρηματικές (βιομηχανικές) τάξεις για να συζητήσουν ή ν'απαιτήσουν (τη λήψη) κάποιου μέτρου, ήταν θέμα άγνωστο» στη χώρα. Κόμματα αρχών,όπως υποστήριζε ο πρώην, τότε, πρωθυπουργός Αλέξανδρος Κουμουνδούρος, αγορεύοντας στη Βουλή κατά τη συνεδρίαση της 23. 10. 1876, δεν μπορούσαν να υπάρξουν, γιατί «η ιδέα των αρχών δεν υφίσταται,δεν ενεσαρκώθη εις το πνεύμα του λαού.Το πνεύμα το επικρατούν εις τον λαόν, εις τους εντολείς μας, και η πεποίθησίς του είναι,ότι τα συμφέροντα είναι ο θεός ημών και όχι αι αρχαί...». 'Υπήρξαν πάντως τότε συνειδητοί πολιτικοί, οι οποίοι σεβόμενοι τις παραδόσεις του λαού, καθώς και τις ανθρωπιστικές αρχές και ηθικές αξίες, παρακολουθούσαν τη διανοητική και πολιτική εξέλιξη των πραγμάτων διεθνώς, πράττοντας με σθένος και προσωπικές θυσίες το ορθό.Και αυτοί αποτελούσαν παρήγορο γεγονός για ένα δημιουργικό ξεκίνημα της κοινωνίας προς ανοικτούς ορίζοντες.
Δημοσιεύθηκε την 19.11.2004
***
«Εγγλέζικες» κλειδωνιές και «Ευρωπαίγοι»
Ματθαίου Χ. Ανδρεάδη
Πολλοί ερευνητές της νεώτερης ιστορίας του τόπου δεν ευτύχησαν στην ερμηνεία της συμπεριφοράς του λαού, απέναντι στα εισαγόμενα,μετά την ανεξαρτησία,πρότυπα, που αφορούσαν στη νομοθετική και θεσμική διευθέτηση των μικρών και μεγά λων ζητημάτων της χώρας.
Παρ’ολ’αυτά οι κύριες αιτίες του φαινομένου της μη λειτουργίας,απρόσκοπτα,για δεκαετίες ολόκληρες,της διοικήσεως, γενικά, που εισήχθη απ’την Ευρώπη,μπορούν ν΄αναζητηθούν:
α)Στην αγνόηση των παραδόσεων και των κοινωνικών και γεωργοοικονομικών συνθηκών της χώρας, όπως είδαμε, και
β)στους πολιτευόμενους,οι οποίοι,οπως βγήκαν απ’την εποχή της δουλείας, δεν ειχαν λόγο να δουν ενα πετυχημένο κράτος, που οργανωτικά μάλιστα ειχε εισαχθεί απ’την Εσπερία, χωρίς οι ίδιοι να το ελέγχουν.Ετσι,δεν βοήθησαν ουσιαστικά,να ορθοποδήσει.Συντήρησαν και καλλιέργησαν (μαζί μέ άλλους, βέβαια) στον ανέτοιμο λαό τους φόβους για καταστροφή του τόπου απ’την εισαγωγή τέτοιων προτύπων, μολονότι απ’το 1826 η χώρα ειχε παραδοθεί, με απόφαση της εθνοσυνελεύσεως,λόγω αμέσων κινδύνων,στη δικαιοδοσία της Αγγλίας.
Απ’τους πρώτους, ο Νικ.Δραγούμης,διεπίστωνε πως απ’την αντιβασιλεία ακόμη υπήρχε ο φόβος στον λαό,οτι οι Βαυαροί, μαζί με τον πατέρα του ΄Οθωνος, επρόκειτο,παρά τις αντίθετες διαβεβαιώσεις τους, νά «βαυαρίσουν» ή να «φραγκέψουν» τον τόπο. Οι ανησυχίες αυτές ενισχύθηκαν ανάμεσα στ’ άλλα και απ’την πιστή αντιγραφή της Ευρωπαϊκής νομοθεσίας,κυρίως της γαλλικής,που επέβαλλαν στην Ελλάδα, χωρίς να λάβουν υπόψη τους την Ελληνική πραγματικότητα,γεγονός που έκανε τον Θ. Κολοκοτρώνη να πεί,οπως είδαμε,το περίφημο εκείνο για τά παπούτσια του Χατζηπέτρου στά πόδια του Λόντου.
Τούτο τόνιζε και ο Μακρυγιάννης,οταν κατηγορούσε τον Ιω.Κωλέττη ως ενα απ’αυτούς,που ανεύθυνα,«ευρωπάϊζαν» τη χώρα,σε βάρος των Ελλήνων.
Γράφει στ’«Απομνημονεύματά» του (έκδ.«Μέλισσα»,σελ. 361) οτι είπε στον Ιω.Κωλέττη,σε συνομιλία που ειχε μαζί του ο Μακρυγιάννης:«Ήταν ένα παλάτι χαλασμένο και το γκρεμίσαμεν από θεμελιούθεν καί το φκιάσαμεν να καθίσουμεν ολοι μέσα.Βάλαμεν εις τις πόρτες εγγλέζικες κλειδωνιές και σου δώσαμεν τα κλειδιά εσένα,όπου βαστάς τα κλειδιά του λόγου σου,δια να μη μπαίνη όποιος θέλη,δια κείνο σου δώσαμεν εσένα τα κλειδιά.Του λόγου σου, ανοιγοκλείνοντας δια το νιτερέσιον μόνον το δικόν σου κι’όχι του σπιτιού, χάλασες αύτές τις παλιοκλειδωνιές κι’έβαλες είς το σπίτι κλειδωνιές τεφαρίκια Εύρωπαίϊκα καί τις παλιοκλειδωνιές τις πέταξες (...) Θάρθει καιρός να ψάξης εσύ κ’οι συντρόφοι σου δι’αυτές τις κλειδωνιές τις σάπιες και να μην ευρήτε καμίνια.εσείς θα βαρέσετε το κεφάλι σας».
΄Ετσι κύλησαν τά πράγματα έως ότου,τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1880 ο Μεσολογγίτης πολιτικός Χαρίλ. Τρικού πης,με ρεαλιστικό,αλλά μεγαλεπήβολο πρόγραμμα αναπτύξεως της Ελλάδος,θέλησε να εφαρμόσει νέες ιδέες, οπως την εκβιομηχάνιση και ανάπτυξη του τόπου,στη βάση των αρχών,που ίσχυαν στις χώρες της Ευρώπης.Και το πρόγραμμά του αυτό απαιτούσε έργα υποδομής,δηλαδή εξεύρεση κεφαλαίων, άρα εκτός από δάνεια του εξωτερικού και εσωτερικούς πόρους.
Και ύψωναν εν προκειμένω οι φοβισμένοι αντιευρωπαϊστές τους τόνους μέχρι υπερβολής, οπως ο Ρηγόπουλος το 1886 στη Βουλή:
«Κλαίω έφ’ύμάς καί έπί τά τέκνα σας, ώ στρατιωτικοί, οίτινες θά σύρετε τα ξίφη σας όχι πλέον υπέρ του 'Ελληνισμού, διότι αύτός δέν θά ύπάρχει άλλ’ύπέρ των συμφερόντων των ξένων. Κλαίω έφ’υμάς και έπί τα τέκνα σας, ώ ναυτικοί, διότι θά χρησιμοποιήσητε την θαλασσινήν ύμών ίκανότητα υπέρ των ξένων ισχυρών, καί θ’αποτελήτε τα πληρώματα των πλοίων των ώς εις τόν καιρόν των Βενετών. Κλαίω έπί σε,ώ ‘Ελληνικέ λαέ,διότι θα έλθη ήμέρα καθ’ήν αι νέαι γενεαί δεν θα έχουν κανέν ίδανικόν,διότι ο ‘Ελληνισμός έξέλιπε και καμμία έμπνευσις δεν θα ύπάρχη ούτε εις την φιλολογίαν ούτε εις την πολιτικήν. Κλαίω έφ’ύμάς ώ γεωργοί, ώ βιομήχανοι, ώ έμποροι, διότι θα σας έπιβάλλουν βαρείς δασμούς εις τα προϊόντα σας, διότι θά σας στέλλουν τα ιδικά των μηχανήματα και θα σας τα πωλούν ακριβά, διότι θα γίνετε μεσίται και όχι έμποροι, έως ού καταντήσει ο ‘Ελληνικός λαός είλως έργαζόμενος ύπέρ των ξένων (...)».
Και ο ρήτορας,κατηγορώντας τους ‘Ελληνες πολιτικούς, κατέληγε:
«Σεις όλοι εκάματε την 'Ελλάδα,από πολλών ήδη έτών, όπως ο Δάντης είπε δια την Φλωρεντίαν (...) non donna di proνinciae ma bordello» (...)
Δημοσιεύθηκε την 26η 11.2004
***
Τα α-νόητα και τ’αυτονόητα
Του Ματθαίου Χ.Ανδρεάδη
Ό εμπειρισμός των συγκρίσεων,θεωρείται η πιο ασφαλής μέθοδος μελέτης οποιουδήποτε ιστορικού και κοινωνικού φαινομένου.Ή μέθοδος αυτή, εφαρμοζόμενη από ένα αντικειμενικό και απροκατάληπτο ερευνητή, κατά τη μελέτη της νεώτερης και πρόσφατης ιστορίας μας, θ’αποδεικνυόταν εξαιρετικά αποκαλυπτική και για τον μετεπαναστατικό πολιτικό μας βίο.
Υπάρχουν όμως και εκείνοι,που αγνοούν την ιστορία και την πραγματικότητα της νεώτερης, τουλάχιστον, περιόδου της χώρας μας, αντιτάσσοντας τα δικά τους θεωρήματα.
Με τον εμπειρισμό των συγκρίσεων όμως θα μπορούσε ν’ αποδειχθεί το λανθασμένο των θεωρητικών κατασκευών,με τις οποίες επιδιώκεται η διαπίστωση των λ ό γ ω ν για τους οποίους υφίσταται ή όχι ταυτότητα ή διαφορά των συγκρινομένων. Γενικά, υπάρχουν αυτοί,που απαιτούν οι ίδιοι μεν να κρίνονται απ’τις διακηρύξεις τους,τους άλλους δε να κρίνουν απ’τα έργα τους,η σύγκριση έτσι να γίνεται μεταξύ πραγματικότητος και ιδεών-υποθέσεων, δηλαδή μεταξύ ενός ιστορικού δεδομένου και ενός ανύπαρκτου «ακόμη», και όχι μεταξύ δύο δεδομένων της πραγματικότητος.
Στα καθ΄ημάς, υπήρξαν ανέκαθεν «πνευματικοί» άνθρωποι και ιστορικοί αναλυτές, που δυσκολεύονται απ’την εποχή ακόμη πριν την ανεξαρτησία και μετά μέχρι τελευταία, να παρακολουθήσουν τα κοινωνικοοικονομικά δρώμενα και την αντίστοιχη συμπεριφορά των Ελλήνων, που βγήκαν απ’ τη δουλεία. Οι περισσότεροι απ’αυτούς εισήγαγαν εργαλεία, κλειδιά και θεωρίες για να εξηγήσουν τα ‘Ελληνικά πράγματα, ενώ μερικοί ως πραγματολόγοι θέλησαν να επιβάλουν τα δυτικά τότε πρότυπα (αργότερα άλλα, ατυχώς, που θα οδηγούσαν το τόπο στη «Γη της Επαγγελίας»...), κατ’αντιγραφήν απλώς.
΄Οπως έχει επισημανθεί από συναφείς περιπτώσεις, ερμήνευαν τα παρελθόντα, λόγου χάρη, με κριτήρια, αξίες και αρχές του παρόντος,πράγμα το οποίο οδηγούσε, βέβαια σε αποτυχία.΄Ετσι,φυσικό ήταν για τους συγχρόνους, που ζούσαν σε διαφορετικές κοινωνικές, πολιτικές και πνευματικές συνθήκες, τα συμπεράσματά τους αυτά να είναι απλώς α-νόητα.
Ωστόσο, η τότε πραγματικότητα μπορεί να συνοψισθεί σε δυο κεφαλαιώδεις παράγοντες,που για μεγάλο χρονικό διάστημα διαμόρφωναν την ‘Ελληνική ταυτότητα:
Η αναμφισβήτητη αίγλη των αρχαίων ημών προγόνων στη συνείδηση των επαναστημένων και η δια των αιώνων στην καρδιά των Ελλήνων επίδραση του Ευαγγελίου.
Αυτά αποτέλεσαν και τις επίσημα απ’τις εθνοσυνελεύσεις (και οχι μόνο),διακηρύξεις των επαναστατών.΄Αλλωστε στη Δύση η στροφή προς την αρχαιότητα, εξέφραζε, αρχομένου του ΙΘ αιώνα, διάθεση φιλελεύθερη ή και ανατρεπτική του κατεστημένου, όπως εχει έγκυρα διαπιστωθεί.
Τα διαφωτιστικά πρότυπα πάντως τα οποία εισήγαγαν οι διαφωτιστές στον Ελληνισμό απ’τη Δύση, (εκτός απ’τα αναφερόμενα στις εξελίξεις των θετικών επιστημών) και κατά τον προεπαναστικό βίο και αργότερα, θα μπορούσαν να γίνουν,όσο το δυνατόν, τουλάχιστον κατανοητά και απ’ αυτούς που ήθελαν να παρακολουθήσουν τον δυτικό ορθολογισμό,ώστε αυτά να προκαλέσουν μια συνετή και στοχαστική αντίδραση, όμως αυτά,στην πλειοψηφία τους,δεν ήσαν παρά ενα μίγμα,υποκρισίας αν μη σαρκαστικής περιφρονήσεως για την Ελληνική πραγματικότητα, με πρώτο τον οργισμένο και ανυπόμονο Κοραή.
Εκείνοι, που αρνήθηκαν οτι υπήρξε οπωσδήποτε ιδιο μορφία στη συγκρότηση της νεοΕλληνικής ταυτότητος, άσχετης τότε προς τα οργανωτικά δυτικά πρότυπα, αναζήτησαν καταφύγιο στην ψυχολογία και στην πολιτιστική κατωτερότητα,και βέβαια,στο μετεπαναστατικό κοινωνικό και οικονομικό υπανάπτυκτο της χώρας. ΄Εβρισκαν λόγου χάρη, παράλογες και φυσικά ασύμβατες προς τις δυτικές αξίες τις συμπεριφορές των μετεπαναστατικών Ελλήνων.Και κανείς τους δεν διερωτήθηκε για τις ευθύνες της Δύσεως, πέραν των συνεπειών απ’τη μακρόχρονη δουλεία, ώστε να μη φθάσουν να περιφρονούν οτιδήποτε δεν ειναι δυτικό.
΄Οχι λίγες ανιεράρχητες εκδηλώσεις των φώτων των δυτικών δεν είχαν σχέση με την Επανάσταση. Οι δε εκτιμήσεις τους για τα βιώματα και τις μεταφυσικές ανησυχίες των ΄Ελλήνων, ήτοι για τη στάση τους στη ζωή και στο θάνατο, ήσαν τοποθετημένες οχι άμεσα στους ‘Ελληνικούς ρυθμούς και προβληματισμούς,αλλά αφορούσαν ευρύτερους χώρους με τους οποίους φυσικό ήταν οι ‘Ελληνες στο σύνολό τους σχεδόν,να μη έχουν σχέση καμμία,οπως συγκεκριμένα στο βασικό κεφάλαιο που έμεινε αμετάβλητο και που είχε ιδιάζουσα σημασία, την παιδεία.
Δημοσιεύθηκε την 3η Δεκεμβρίου 2004
***
Ευρωπαϊκή πορεία και νεοελληνικός τοπικισμός
Του Ματθαίου Χ.Ανδρεάδη
Ο Ελληνικός τοπικισμός είναι παλαιά ιστορία.Αρχίζει απ΄τους αρχαίους χρόνους και φθάνει μέχρι τη νεώτερη εποχή.
Αυτός υπήρξε η κύρια αιτία που δεν μπόρεσαν να ενωθούν οι Ελληνίδες πόλεις-κράτη την παλιά εποχή και να ορθοποδήσει το νεώτερο κράτος στον τόπο μας.
Απ’τις αρχές του 4ου αιώνος π.Χ,οι ρήτορες συνιστούσαν στις Ελληνίδες πόλεις να ενωθούν (εναντίον των «βαρβάρων» Ανατολής και Δύσεως). Ο Γοργίας έβγαλε λόγο γι’αυτό το θέμα στους Ολυμπιακούς Αγώνες, όπως και ο Λυσίας αργότερα,το 388 π.χ. Το ίδιο και ο Ισοκράτης, ζητώντας ενότητα.
Ο τοπικισμός έφερε την Ανταλκίδεια συνθήκη ειρήνης το 387-6 π.Χ,που επέτρεψε στους Ανατολικούς να ρυθμίζουν την πολιτική των Ελλήνων.
Οι πόλεις-κράτη οδηγήθηκαν βέβαια το 338 π.Χ,στην Κόρινθο,σ’ένωση υπο τον Φίλιππο.Αλλ’η ένωση αυτή ουσιαστικά ήταν απορρόφησή τους από μια μεγάλη πολιτική μονάδα,με τον τρόπο,που και οι ίδιες είχαν πετύχει την ενότητά τους απ’τις επί μέρους μικρές οργανωμένες μονάδες κοινωνικής ζωής (όπως ήσαν οι οικογένειες και τα χωριά). ΄Ετσι, εξάλλου, κατευθύνεται η ιστορική πορεία, απ’τις μικρές μονάδες σ’ευρύτερες ενότητες, μέχρι σήμερα, στον δυτικό τουλάχιστον κόσμο.
Βέβαια το αντάλλαγμα γιά την ενότητα σε συμμαχίες,ως αποτέλεσμα για τη μείωση της ανεξαρτησίας τους, ήταν η αποφυγή της απομονώσεως, πρόβλημα πάντως που και τα σημερινά Ευρωπαϊκά κράτη πρίν ενωθούν στην Ευρωπαϊκή ΄Ενωση αντιμετώπισαν, με δεδομένο οτι κανένα απ’αυτά δεν ήθελε να παραμείνει στην απομόνωση, αποδεχόμενο κατα συνέπεια τη μείωση αυτή,ακριβώς για να δημιουργηθεί μια μεγαλύτερη,βιώσιμη,πολιτική μονάδα.
΄Εχει σημειωθεί σχετικά πως όλες οι σύγχρονες φαντασιώσεις για πλήρη εθνική ανεξαρτησία, συνδυσμένη με διεθνείς Κανόνες, έχουν την αντιστοιχία τους στις Ελληνικές συμμαχίες των φερομένων ως ανεξαρτήτων πόλεων.
Στην αρχαιότητα, αποφεύγοντας την απομόνωση με την ένωσή τους οι πόλεις –κράτη:
α)Eνίσχυαν τις εξωτερικές τους κυρίως, σχέσεις,οι οποιες διεδραμάτιζαν πρωταρχικό ρόλο στις εσωτερικές τους υποθέσεις, αφού η μοίρα κάθε πόλεως ήταν άμεσα συνδεδεμένη με τον υπόλοιπο Ελληνικό κόσμο και αργότερα με τη Δύση (Ιταλία,Καρχηδόνα) και την Ανατολή (Ασία).
β)Πετύχαιναν αυτό,που απ’αρχής της ιδρύσεώς τους,δεν μπορούσαν να πετύχουν με την απομόνωσή τους,την οικονομική δηλαδή και πολιτική τους αυτοτέλεια.Και
γ) απόφευγαν τον μαρασμό της παιδείας και του πολιτισμού τους.
Ωστόσο,και η ίδρυση στην Κόρινθο της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας των Ελληνίδων πόλεων, δεν μπόρεσε ν’αντιμετωπίσει τις μεγάλες πολιτικές δυνάμεις που περιέβαλλαν την Ελλάδα, από Ανατολή και Δύση,με αποτέλεσμα να περιέλθει, μετέπειτα,ο έλεγχος της Ελλάδος στη Ρώμη.
Ακολούθησε η Βυζαντινή ενότητα (με διάλειμμα τήν ίδρυση των Θεμάτων της Νικαίας,Ηπείρου,Μυστρά κλπ.)και στη συνέχεια η Οθωμανική δουλεία τεσσάρων αιώνων.
Σέ όλες αυτές τις ιστορικές φάσεις,ουδέποτε υπήρξε εθνικά ομοιογενές Ελληνικό κράτος,όπως το νεοελληνικό κρατίδιο, που ιδρύθηκε και οργανώθηκε το 1832. Οι ΄Ελληνες στις προηγούμενες ιστορικές φάσεις,συμβιώνοντας με άλλους λαούς, κυριαρχούσαν πολιτιστικά και οικονομικά, μέσα σε μεγάλα γεωγραφικά πλαίσια,όπως ειναι γνωστό.
Αλλά τα προηγούμενα αυτά πολιτειακά μορφώματα δεν είχαν ρίζες στη νεοελληνική ζωή, η οποία στηρίζεται αποκλειστικά σε γηγενείς θεσμούς που διαμορφώθηκαν εν τω μεταξύ τους τελευταίους αιώνες, όπως η ανατολική ορθόδοξη Εκκλησία, η κοινότητα του χωριού, και η οικογένεια.
Και το σπουδαιότερο,κανένας απ’τους θεσμούς αυτούς δεν μπορούσε ν’αποτελέσει την υποδομή για ένα κράτος δυτικού τύπου, όπως αυτό που θέλησαν να οργανώσουν οι νεοέλληνες, ευθύς εξ αρχής στην ελεύθερη χώρα τους,γιατί θεμελιακή αρχή του συγχρόνου κράτους ήταν η ενισχυμένη κεντρική εξουσία. Και ήταν πολύ δύσκολο,ο κληρονομικός τοπικισμός της Ελληνικής πόλεως-κράτους (μετέπειτα κοινοτήτων), να μπορέσει ν’αρθεί στο ύψος των περιστάσεων.
Τον 19ο αιώνα ωστόσο,το νεοελληνικό κράτος (που με την αρχαιοελληνική σημασία της λέξεως σημαίνει επιβεβλημένη εξουσία) απ’τον Καποδίστρια,τους Βαυαρούς και μέχρι τέλους, επεζήτησε ν’αποσπάσει την τοπική εξουσία απ’τα χέρια των προεστών, και να την οικειοποιηθεί το ίδιο,και το κατόρθωσε. Θα δούμε στη συνέχεια τι σήμαινε μετέπειτα αυτό για την πρόοδο και την πορεία του τόπου πρός την Εσπερία.
Δημοσιεύθηκε την 17.12.2004
***
Το καταγωγικό του νεοελληνικού τοπικισμού
Του Ματθαίου Χ.Ανδρεάδη
Ο θεσμός της νεοελληνικής τοπικής αυτονομίας, που κατάγεται απ’την Οθωμανική δουλεία, καταπολεμήθηκε, μετεπαναστατικά, απ’το εθνικό κράτος. Η ενότητα και το αδιαίρετο του τελευταίου, δεν μπορούσαν να συμβιβασθούν με την πολιτική εξουσία, που ανατίθεται στα χέρια λίγων τοπικών παραγόντων.Η υπεροχή άλλωστε της κεντρικής κυβερνήσεως είναι μια απ’τις θεμελιώδεις αρχές του συγχρόνου δυτικού κράτους.Σύμφωνα δε με ορισμένα ψηφίσματα των εθνικών συνελεύσεων έπρεπε «να έχωμεν νόμους αξίους της φωτισμένης εποχής εις την οποίαν ζώμεν οπως της Ευρώπης, επί σκοπώ της επί τά κρείττω ηθικής αγωγής του έθνους».
΄Ολες οι κυβερνήσεις στην Ελλάδα επεζήτησαν ν’αποσπάσουν τις τοπικές εξουσίες απ’τα χέρια των τοπικών αρχόντων, ώστε οι ΄Ελληνες ν’αποκτήσουν εξουσία επιβεβλημένη από τα πάνω. Μέχρι τότε πάντως το αυτεξούσιο, που ίσχυσε στις επαρχίες,ειχε ως εξής:
Το 1828 ο κυβερνήτης της Ελλάδος Ιωάννης Καποδίστριας ζήτησε απ’το «Πανελλήνιον» απαντήσεις σε 28 ερωτήματά του,σχετικά με την κατάσταση της χώρας,από τη δουλεία μέχρι την άφιξή του.
Μετ’απο έρευνες τις οποίες διενέργησαν οι αρμόδιες επιτροπές του,το «Πανελλήνιον» υπέβαλε τις απαντήσεις του.
Σ’αυτές εικονίζεται καθαρά,εκτός των άλλων,και η κατάσταση,που αφορούσε στα διοικητικά των πόλεων, κωμοπόλεων και χωριών,τα οποία,μέχρι την Επανάσταση, ρυθμίζονταν σύμφωνα με τα καθιερωμένα έθιμα και το σύστημα της τουρκοκρατίας.
Για το θέμα της κοινωνικής καταστάσεως απαντούσε το «Πανελλήνιον»:
«Καμμία κλάσις (σημ.τάξις) πολιτών εχόντων ιδιαίτερα προνόμια δεν υπήρχεν εις την Ελλάδα.Το αυθαίρετον της Κυβερνήσεως ύψωνε τους ανθρώπους από την ευτελεστέραν κλάσιν εις τον υψηλότερον βαθμόν της κοινωνικής τάξεως.΄Οσοι διωρίζοντο εις τάς κατωτέρας αξίας αι οποίαι εχαρίζοντο εις τους χριστιανούς, έπρεπε να έχωσι κατάστασιν και επιρροήν τινα ηθικήν 1) διότι εκλέγοντο από ΄Ελληνας και 2)διότι οι Τούρκοι ήθελον να μένωσιν ησφαλισμένοι περί των χρημάτων,τα οποία οι προύχοντες ούτοι ώφειλον να συνάζωσι δια την Πόρταν». Για τα διοικητικά των Ελλήνων:
«Η Πελοπόννησος εχαίρετο το προνόμιον του να έχη κοντζαμπάσηδες και το να τους εκλέγη.(Αυτοί) ήτον οι μεγαλύτεροι κτήμονες και διετήρουν επι ζωής των το υπούργημα τούτο, το οποίον ενίοτε μετέδιδον εις τους διαδόχους των αν τυχόν δεν ελάμβανον καταδρομάς, αι οποίαι δεν ήτον σπάνιαι (...) Οι κοντζαμπάσηδες εκλέγοντο από τους προεστώτας (σημ. προκριτοδημογέροντες) των κωμοπόλεων και των χωρίων, οίτινες συνερχόμενοι εις την επισκοπήν της πρωτευούσης της επαρχίας (σημ. βιλαετίου),δια συνεννοήσεως με τους τιμιωτέρους,πλέον σημαντικούς και μεγαλυτέρας ηλικίας επαρχιώτας, ενήργουν την εκλογήν του κοντζάμπαση,του υπαλλήλου, του ταμίου κλπ.,της επαρχίας,δια της πλειοψηφίας και χωρίς εις ταύτην ποσώς να παρεμβή καμμία τουρκική Αρχή.Ησαν ενιαύσιοι.΄Οσαι επαρχίαι ευχαριστούντο απο τους κοντζαμπάσηδές των, εκοινοποίουν τούτο δι’ αναφορών των πρός το πασάν, όστις συνήθως παρέτεινε την διάρκειαν του υπουργήματός των και εις τον ακόλουθον χρόνον. Ούτοι (σημ.οι κοντζαμπάσηδες) εκανόνιζον τον τρόπον της εισπράξεως των δοσιμάτων και εδύναντο να κάμωσι έκτακτα έξοδα. Είχον το δικαίωμα να προδιαθέτωσιν εν γένει όλας τας υποθέσεις των ραγιάδων εν ταυτώ και να κρίνωσι τας υποθέσεις των, οποιασδήποτε φύσεως (...)Η μεγάλη επιρροή των επήγαζεν:
α΄)εκ του οτι οι Τούρκοι ήσαν ολιγάριθμοι και πάντοτε διηρημένοι πρός αλλήλους και β΄)διότι παλαιόθεν αι επαρχίαι έπεμπον εις Κωνσταντινούπολιν ένα ή δύο των προκρίτων οίτινες, συνιστάμενοι ως αντιπρόσωποι, ελευθέρως εγνωμοδότουν εις την Πόρταν».
Οι προεστοί ή δημογέροντες, ή πρωτογέροντες,των κωμοπόλεων και των χωριών, που εξέλεγαν τους κοντζαμπάσηδες στο Μωρηά, εκλέγονταν κι’αυτοί,σ’ενα δημοκρατικό τρόπο οργανώσεως με πάνδημη εκλογή, συνήθως δι’επιφωνήσεως «υπό δένδρον πλατύφυλλον»,ή εντός εκκλησίας, με απόλυτη πλειοψηφία.
Κάθε χωριό πού ειχε μέχρι 100 οικογένειες έβγαζε ένα προκριτοδημογέροντα, μέχρι 200 οικογένειες δυο,μέχρι 300 τρεις καί μέχρι 400 και πάρα πάνω τέσσερις.(Οι κωμοπόλεις και η πρωτεύουσα της επαρχίας είχαν την ίδια αναλογία με τα χωριά).Επίσης,κρατούσαν λογαριασμό τών όσων εισέπρατταν και ξόδευαν,έδιναν λογαριασμό κάθε μήνα στους επιστάτες και εκτελούσαν χρέη των ειρηνοποιών των κριτών. Και θα δούμε για την απεξουσίωση.
Δημοσιεύθηκε την 24η.12.2004
***